Επίδομα στεγαστικής συνδρομής έως 362 ευρώ σε ανασφάλιστους υπερήλικες

Επίδομα στεγαστικής συνδρομής έως 362 ευρώ σε ανασφάλιστους υπερήλικες

Χορήγηση επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων

 

Αριθμ. 30105 – ΦΕΚ Τεύχος B’ 2156/25.05.2021
Χορήγηση επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ – ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ – ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ – ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ – ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Δικαιούχοι

1. Δικαιούχοι του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων είναι όσοι κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 (Α’ 235) ελάμβαναν το επίδομα αυτό κατ’ εφαρμογή των υπ’ αρ. 2615/22.05.1985 (Β’ 329) και 2435/08.07.1987 (Β’ 435) κοινών υπουργικών αποφάσεων ή δικαιούνται να το λάβουν μετά από έγκριση της σχετικής αίτησής τους, εφόσον η αίτηση αυτή έχει υποβληθεί έως τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου, καθώς και όσοι υποβάλλουν για πρώτη φορά αίτηση για τη χορήγησή του μετά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020.

2. Μετά τη λήξη του υφιστάμενου κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 δικαιώματος, με βάση το οποίο το επίδομα ήδη χορηγείται ή πρόκειται να χορηγηθεί, μετά από την έγκριση των κατά τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου εκκρεμών αιτήσεων, καθώς και μετά τη λήξη του συμβατικού χρόνου των συμβάσεων μίσθωσης, με βάση τις οποίες το επίδομα αναμένεται να χορηγηθεί κατ’ αποδοχή των αιτήσεων που υποβάλλονται για πρώτη φορά μετά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020, οι δικαιούχοι λαμβάνουν το επίδομα στεγαστικής συνδρομής βάσει της εκάστοτε νέας σύμβασης μίσθωσης κατοικίας που συνάπτουν.

3. Σε όλες τις περιπτώσεις των παρ. 1 και 2, το ύψος του επιδόματος ισούται με το ποσό του συμφωνηθέντος μισθώματος, με ανώτατο όριο το ποσό των τριακοσίων εξήντα δύο ευρώ (362,00 €).

Άρθρο 2
Προϋποθέσεις χορήγησης

1. Το επίδομα στεγαστικής συνδρομής χορηγείται στους δικαιούχους της παρ. 2 του άρθρου 1, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Είναι ανασφάλιστα μοναχικά άτομα ή ζεύγος ανασφαλίστων. Ως ανασφάλιστα μοναχικά άτομα θεωρούνται όσοι έχουν συμπληρώσει το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους. Ως ζεύγος ανασφαλίστων νοούνται οι συνδεόμενοι με γάμο ή με σύμφωνο συμβίωσης, εκ των οποίων τουλάχιστον ένας έχει συμπληρώσει το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας του. Ειδικά, ως προς τους δικαιούχους που κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 ελάμβαναν το επίδομα και τους αιτούντες που, κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι αιτήσεις τους ήταν εκκρεμείς, το ηλικιακό όριο του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται στο εξηκοστό πέμπτο (65ο) έτος της ηλικίας τους.
β) το ανασφάλιστο μοναχικό άτομο ή τουλάχιστον ένας εκ του ζεύγους των ανασφαλίστων, ο οποίος πρέπει να πληροί το ηλικιακό όριο της περ. α’, έχει την ιδιότητα: αα) Έλληνα πολίτη, ββ) πολίτη κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γγ) πολίτη κράτους που ανήκει στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.) ή πολίτη της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, δδ) πολίτη τρίτης χώρας ή απάτριδος, στον οποίο έχει χορηγηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας, κατά την έννοια των περ. στ’ και η’ του άρθρου 2 του ν. 4636/2019 (Α’ 169). Από την προϋπόθεση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται όσοι ήδη ελάμβαναν το επίδομα κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 ή έχουν υποβάλει αίτηση για τη χορήγησή του μέχρι τη δημοσίευση του ίδιου νόμου.
γ) το ετήσιο φορολογητέο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του ανασφάλιστου υπερήλικα δεν υπερβαίνει το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων είκοσι ευρώ (4.320,00 €) για τα δε ανασφάλιστα ζεύγη το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξακοσίων σαράντα ευρώ (8.640,00 €).
δ) οι αιτούντες και ο σύζυγός τους ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιοδήποτε ασφαλιστικό φορέα της ημεδαπής ή αλλοδαπής, με εξαίρεση τη σύνταξη του ν. 1296/1982 (Α’ 128), και το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφαλίστων Υπερηλίκων του άρθρου 93 του ν. 4387/2016 (Α’ 85),
ε) δεν έχουν οι ίδιοι ή ο σύζυγός τους ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης ή αμφότεροι από κοινού πλήρες δικαίωμα (100%) κυριότητας, επικαρπίας ή οίκησης σε ακίνητο με χρήση κατοικίας, δεν τους έχει παραχωρηθεί δωρεάν ακίνητο για τη στέγασή τους, ούτε έχουν μεταβιβάσει μετά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 με συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής ή δωρεάς το ανωτέρω δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας σε τέτοιο ακίνητο,
στ) η σύμβαση μίσθωσης κατοικίας δεν αφορά σε τμήμα κατοικίας ή μίσθωση ακινήτου, επί του οποίου έχουν δικαίωμα κυριότητας ή επικαρπίας συγγενείς πρώτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας των αιτούντων, καθώς και σύζυγοι, πρώην σύζυγοι ή πρόσωπα που έχουν συνάψει με τους αιτούντες σύμφωνο συμβίωσης είτε αυτό είναι σε ισχύ είτε έχει λυθεί,
ζ) η μισθούμενη κατοικία δεν είχε παραχωρηθεί άνευ ανταλλάγματος στον αιτούντα οποτεδήποτε πριν την υποβολή της αίτησης,
η) οι αιτούντες δεν φιλοξενούν τρίτα άτομα ή δε διαβιούν σε προνοιακό ίδρυμα κλειστής φροντίδας, με εξαίρεση τις περιπτώσεις φιλοξενίας αα) ανηλίκου, με το οποίο ο αιτών ή ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης συνδέεται με συγγένεια α’ ή β’ βαθμού ή ασκεί την προσωρινή ή μόνιμη επιμέλειά του ή έχει αναλάβει την ανατροφή του στο πλαίσιο συγγενικής αναδοχής, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, ββ) ατόμου με αναπηρία, διαπιστωμένη από τα αρμόδια κατά νόμο όργανα, συνδεόμενο με τον αιτούντα ή τον σύζυγό του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης με συγγένεια α’ ή β’ βαθμού,
θ) οι αιτούντες, ο σύζυγός τους ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν λαμβάνουν επίδομα στέγασης κατά το άρθρο 3 του ν. 4472/2017 (Α’ 74) ή άλλο επίδομα για τον ίδιο σκοπό,
ι) Το συνολικό ύψος των καταθέσεων του ανασφάλιστου υπερήλικα σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής και της αλλοδαπής ή/και η τρέχουσα αξία μετοχών, ομολόγων κ.τ.λ., όπως προκύπτουν από την τελευταία εκκαθαρισμένη δήλωση φορολογίας εισοδήματός του, δεν υπερβαίνει το ποσό των επτά χιλιάδων ευρώ (7.000,00 €), σε περίπτωση δε ζεύγους ανασφάλιστων υπερηλίκων το ποσό των δέκα χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (10.500,00 €),
ια) Το συνολικό ποσό από τόκους καταθέσεων των δικαιούχων σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, όπως έχουν δηλωθεί στην τελευταία εκκαθαρισμένη δήλωση φορολογίας εισοδήματος (Ε1), δεν υπερβαίνει ετησίως το ποσό που προκύπτει από τον κατωτέρω μαθηματικό τύπο: αα. Ως προς τα ανασφάλιστα μοναχικά άτομα:
Ετήσιος τόκος = 7.000,00 * μέσο ετήσιο καταθετικό επιτόκιο/100
ββ. Ως προς τα ζεύγη ανασφαλίστων:
Ετήσιος τόκος = 10.500,00 * μέσο ετήσιο καταθετικό επιτόκιο/100
ιβ) Οι αιτούντες δε διαμένουν στο εξωτερικό για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των εξήντα (60) ημερών ανά μισθωτικό έτος.
ιγ) το ανασφάλιστο μοναχικό άτομο ή τουλάχιστον ένας εκ του ζεύγους των ανασφαλίστων, ο οποίος πρέπει να πληροί το ηλικιακό όριο της περ. α’, διαμένει νόμιμα και μόνιμα στην Ελληνική Επικράτεια κατά τα τελευταία δώδεκα (12) έτη πριν από την υποβολή της αίτησης, όπως τούτο αποδεικνύεται από την υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για τα έτη αυτά ή από κάθε άλλο πρόσφορο δικαιολογητικό. Κατ’ εξαίρεση, για τις αιτήσεις που υποβάλλονται κατά τα έτη 2021, 2022 και 2023 το επίδομα χορηγείται, εφόσον αποδεικνύεται η μόνιμη διαμονή στην Ελληνική Επικράτεια από το έτος 2012 και εντεύθεν. Από την προϋπόθεση της μόνιμης διαμονής των προηγούμενων εδαφίων εξαιρούνται οι υφιστάμενοι κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 δικαιούχοι και αυτοί που πρόκειται να κριθούν δικαιούχοι κατ’ αποδοχή των εκκρεμών κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού αιτήσεων. Ως υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νοείται αυτή που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του έτους, εντός του οποίου τασσόταν η προθεσμία για την υποβολή της και όχι η τυχόν, μετά τη λήξη του έτους, εντός του οποίου έχει ταχθεί η ανωτέρω προθεσμία, υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος παρελθόντος φορολογικού έτους. Η νομιμότητα της διαμονής στην Ελληνική Επικράτεια συνιστά προϋπόθεση για όλες τις περιπτώσεις δικαιούχων και για αμφότερα τα μέρη του ζεύγους ανασφαλίστων.
ιδ) ο αιτών και ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν εργάζονται.

2. Ο έλεγχος περί ασφάλισης ή συνταξιοδότησης του δικαιούχου καθώς και του συζύγου ή του έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης, διενεργείται σε ετήσια βάση, μέσω διασταυρώσεων με τις βάσεις δεδομένων του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ).

Άρθρο 3
Έλεγχος εισοδηματικού κριτηρίου

1. Το προβλεπόμενο στην περ. γ’ του άρθρου 2 εισοδηματικό κριτήριο ελέγχεται με βάση την εκδοθείσα πράξη Διοικητικού/Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου επί της υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του αιτούντος και, σε περίπτωση ζεύγους ανασφαλίστων και του συζύγου του ή του έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης, για το φορολογικό έτος που προηγείται του έτους υποβολής της αίτησης, σε συνδυασμό με τα ισχύοντα κατά τον χρόνο της υποβολής της αίτησης στοιχεία του Μητρώου Φορολογουμένων. Τα ανασφάλιστα μοναχικά άτομα και αμφότερα τα μέλη του ζεύγους ανασφαλίστων οφείλουν να υποβάλουν δήλωση φορολογίας του εισοδήματός τους καθ’ έκαστο φορολογικό έτος, ακόμα κι αν δεν υποχρεούνται προς τούτο με βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου οφείλει να υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έναρξης της υποβολής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος καθ’ έκαστο έτος. Το ποσό του καταβαλλόμενου επιδόματος δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον έλεγχο του εισοδηματικού κριτηρίου για τη συνέχιση καταβολής του επιδόματος.
2. Σε περίπτωση έγγαμων ή όσων έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον υποβάλλεται ξεχωριστή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η πλήρωση του εισοδηματικού κριτηρίου προκύπτει από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις αντίστοιχες πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου αμφοτέρων των συζύγων ή μερών του συμφώνου συμβίωσης.
3. Ο έλεγχος του εισοδηματικού κριτηρίου και των περιουσιακών κριτηρίων διενεργείται σε ετήσια βάση, μετά την παρέλευση της προθεσμίας του τρίτου εδαφίου της παρ. 1.
4. Στις περιπτώσεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 4 και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 12 του ίδιου άρθρου, αν ο χρόνος έναρξης του δικαιώματος ανατρέχει στο φορολογικό έτος που προηγείται του έτους υποβολής της αίτησης, προκειμένου για τη χορήγηση του επιδόματος για τους μήνες του τελευταίου αυτού έτους ελέγχεται το εισόδημα του προηγούμενου του έτους αυτού φορολογικού έτους.

Άρθρο 4
Αιτήσεις υφιστάμενων και νέων δικαιούχων

1. Όσοι εκ των δικαιούχων ελάμβαναν ήδη κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 το επίδομα στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων, δύνανται να υποβάλουν, μετά τη λήξη του δικαιώματός τους, αίτηση για τη συνέχιση της καταβολής του επιδόματος, εφόσον έχουν συνάψει σύμβαση μίσθωσης κατοικίας. Αν το υφιστάμενο κατά τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου δικαίωμα λήγει πριν την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2, η έναρξη δε της ισχύος της νέας σύμβασης μίσθωσης ανατρέχει σε χρονικό σημείο προγενέστερο της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ανωτέρω εφαρμογής, ως χρόνος έναρξης του δικαιώματος ορίζεται η έναρξη του συμβατικού χρόνου ισχύος της νέας σύμβασης μίσθωσης, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση υποβάλλεται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2.
2. Η αίτηση της παρ. 1 υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην εφαρμογή του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ), προσβάσιμης μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr), για τον σκοπό χορήγησης του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ως υπεύθυνο επεξεργασίας υπό την έννοια του στοιχείου (7) του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (L 119/1/04.05.2016). Την ηλεκτρονική αυτή εφαρμογή διαχειρίζεται, συντηρεί και αναβαθμίζει από την έναρξη της λειτουργίας της, η εταιρεία «Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε.» (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.), ως εκτελούσα την επεξεργασία για λογαριασμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Μέσω της εφαρμογής αυτής, διενεργούνται οι κατά την παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 4520/2018 (Α’ 30) απαιτούμενες διασταυρώσεις με βάσεις δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), της εταιρείας «Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε.» (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.), του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), του πληροφοριακού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», του Μητρώου Πολιτών του Υπουργείου Εσωτερικών και του Μητρώου Αλλοδαπών του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου ή άλλων δημόσιων αρχών, προκειμένου για τον έλεγχο της πλήρωσης των προϋποθέσεων για τη χορήγηση του επιδόματος, διεκπεραιώνονται οι αιτήσεις για τη χορήγηση του επιδόματος, δημιουργείται μητρώο δικαιούχων, διαμορφώνονται οι καταστάσεις πληρωμής του επιδόματος, προσδιορίζονται τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά και διενεργούνται οι απαιτούμενοι συμψηφισμοί ποσών. Για τις διασταυρώσεις του προηγούμενου εδαφίου αντλούνται τα απαιτούμενα δεδομένα με τη χρήση των διαδικτυακών υπηρεσιών του Κέντρου Διαλειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 84 του ν. 4727/2020 (Α’ 184). Η επεξεργασία των απαιτούμενων δεδομένων διενεργείται με τον έλεγχο πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης του επιδόματος, σύμφωνα κατά περίπτωση με το στοιχείο γ’ της παρ. 1 του άρθρου 6 (έννομη υποχρέωση) και στοιχείο ε’ (δημόσιο συμφέρον) και το στοιχείο η’ της παρ. 2 του άρθρου 9 (διαχείριση κοινωνικών συστημάτων και υπηρεσιών) του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων, σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του ν. 4624/2019 (Α’ 137). Τα δεδομένα αυτά διατηρούνται από τον ΟΠΕΚΑ για δέκα (10) έτη από την έκδοση της απόφασης περί έγκρισης ή απόρριψης της αίτησης για τη χορήγηση του επιδόματος.
3. Με την αίτηση της παρ. 1 ζητείται η χορήγηση του επιδόματος για τη σύμβαση μίσθωσης κατοικίας που ισχύει κατά την υποβολή της. Αντίστοιχη αίτηση υποβάλλεται και για κάθε εντεύθεν συναπτόμενη αντίστοιχη σύμβαση από τους δικαιούχους.
4. Η ηλεκτρονική αίτηση υποβάλλεται με τη χρήση των κωδικών – διαπιστευτηρίων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης (κωδικοί TAXISnet). Η ηλεκτρονική αίτηση δύναται να υποβάλλεται και μέσω εξουσιοδοτημένου χρήστη του Κέντρου Κοινότητας του τόπου κατοικίας του αιτούντος ή των αρμοδίων υπηρεσιών του οικείου δήμου, αν στον τόπο κατοικίας του αιτούντος δεν λειτουργεί Κέντρο Κοινότητας και σύμφωνα με όσα ορίζονται στην υπό στοιχεία 29810 ΕΞ 2020 απόφαση του Υπουργού Επικρατείας (Β’ 4798). Κατά την υποβολή της, ο αιτών δηλώνει υποχρεωτικά:
α) στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018 (Α’ 84), δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο ίδιος και στον οποίο πιστώνεται το επίδομα, β) τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισής (Α.Μ.Κ.Α.) του και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) του, γ) έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), δ) τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου, ε) αν δεν είναι Έλληνας πολίτης ή έχει και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, την ιθαγένεια ή τις ιθαγένειές του, στ) την ιδιότητά τους ως πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας, κατά την έννοια των περ. στ’ και η’ του άρθρου 2 του ν. 4636/2019, ζ) στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο εκμισθωτής της μισθούμενης από τον αιτούντα κατοικίας, στον οποίο (λογαριασμό πληρωμών) καταβάλλει ο δικαιούχος το ποσό του επιδόματος, η) τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισής (Α.Μ.Κ.Α.) του εκμισθωτή της μισθούμενης από τον αιτούντα κατοικίας, θ) τον Αριθμό του Φορολογικού του Μητρώου (Α.Φ.Μ.), όταν η αίτηση υποβάλλεται μέσω εξουσιοδοτημένου χρήστη του Κέντρου Κοινότητας του τόπου κατοικίας του ή των αρμοδίων υπηρεσιών του οικείου δήμου, αν στον τόπο κατοικίας του δεν λειτουργεί Κέντρο Κοινότητας, ι) ότι ο ίδιος ή ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν έχουν μεταβιβάσει μετά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 με συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής ή δωρεάς δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας σε ακίνητο με χρήση κατοικίας, ια) ότι οι ίδιος ή ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης ή αμφότεροι από κοινού δεν έχουν πλήρες δικαίωμα (100%) κυριότητας, επικαρπίας ή οίκησης σε ακίνητο με χρήση κατοικίας.
5. Κατά την υποβολή της αίτησης επισυνάπτεται στην ηλεκτρονική εφαρμογή η σύμβαση μίσθωσης κατοικίας με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του μισθωτή και του εκμισθωτή από αρμόδια δημόσια αρχή και δηλώνεται η ημερομηνία λήξης του συμβατικού χρόνου ισχύος της. Στις περιπτώσεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1, δηλώνεται και η ημερομηνία έναρξης του συμβατικού χρόνου ισχύος της σύμβασης.
6. Σε περίπτωση ζεύγους ανασφάλιστων, η αίτηση υποβάλλεται από έναν εκ των δύο συζύγων ή συνδεόμενων με σύμφωνο συμβίωσης, ο οποίος οφείλει να είναι συμβαλλόμενος μισθωτής στην υποβαλλόμενη σύμβαση μίσθωσης κατοικίας. Αν μόνο ένας εξ αυτών πληροί την προϋπόθεση του ηλικιακού ορίου σύμφωνα με την περ. α’ του άρθρου 2, η αίτηση υποβάλλεται από αυτόν. Εκτός από τα ανωτέρω στοιχεία, ο αιτών δηλώνει στην ηλεκτρονική εφαρμογή το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισής (Α.Μ.Κ.Α.) του συζύγου του ή του συνδεόμενου με αυτόν με σύμφωνο συμβίωσης, αν δε ο τελευταίος δεν είναι Έλληνας πολίτης ή έχει και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, την ιθαγένεια ή τις ιθαγένειές του. Ο σύζυγος του αιτούντος ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης, μέχρι τη διεκπεραίωση της αίτησης και, σε περίπτωση έγκρισής της, μέχρι τη λήξη του σχετικού δικαιώματος, δεν δικαιούται να αιτηθεί τη χορήγηση του επιδόματος.
7. Αν ο αιτών ή και ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν είναι Έλληνες πολίτες ή έχουν και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, κατά την υποβολή της αίτησης επισυνάπτεται στην ηλεκτρονική εφαρμογή αντίγραφο του διαβατηρίου ή αντίστοιχου δημοσίου εγγράφου, αποδεικτικού της ιθαγένειάς τους ή των ιθαγενειών τους, εφόσον από τις διενεργούμενες διασταυρώσεις δεν προκύπτει η δηλωθείσα ιθαγένεια, καθώς και έγγραφο αρμόδιας δημόσιας αρχής του κράτους προέλευσής τους, στο οποίο βεβαιώνεται ότι έκαστος εξ αυτών δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιοδήποτε ασφαλιστικό φορέα του κράτους αυτού. Το τελευταίο αυτό δικαιολογητικό οφείλει να επισυνάπτεται επικαιροποιημένο στην ηλεκτρονική εφαρμογή της παρ. 2, καθ’ έκαστο έτος έως τη λήξη της προθεσμίας του τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 3, μέχρι και το εβδομηκοστό (70) έτος της ηλικίας του αιτούντος και του συζύγου του ή του έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση διπλής ιθαγένειας, επισυνάπτονται αντίστοιχα δημόσια έγγραφα αμφότερων των κρατών προέλευσής τους. Αν τα ανωτέρω δικαιολογητικά δεν επισυνάπτονται στην ηλεκτρονική αίτηση κατά την υποβολή της, η αίτηση παραμένει εκκρεμής και εφαρμόζονται οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 5, αναφορικά με την υποβολή τους. Τα προηγούμενα εδάφια δεν εφαρμόζονται επί αιτήσεων που υποβάλλονται από πολίτες τρίτης χώρας ή απάτριδες, στους οποίους έχει χορηγηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας, κατά την έννοια των περ. στ’ και η’ του άρθρου 2 του ν. 4636/2019.
8. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου, η χορήγηση του επιδόματος διακόπτεται από την πρώτη του μήνα που έπεται του θανάτου του. Εφόσον ο επιζών εκ του ζεύγους ανασφαλίστων πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης του επιδόματος ως ανασφάλιστο μοναχικό άτομο, οφείλει, εντός τριών (3) μηνών από το θάνατο του συζύγου του ή του έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης, να υποβάλει αίτηση για τη χορήγηση του επιδόματος στην ηλεκτρονική εφαρμογή της παρ. 2, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 και του πρώτου εδαφίου της παρ. 5. Με την αίτηση αυτή, υποβάλλεται νέα σύμβαση μίσθωσης με συμβαλλόμενο μισθωτή τον αιτούντα. Στη σύμβαση αυτή οφείλει να ορίζεται ρητά ως χρόνος έναρξης της ισχύος της η πρώτη του μήνα που έπεται του θανάτου του εκλιπόντος δικαιούχου. Η κατ’ αποδοχή της ανωτέρω αίτησης έκδοση εγκριτικής απόφασης συνεπάγεται τη χορήγηση του επιδόματος αναδρομικά από το χρονικό σημείο διακοπής της χορήγησης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Αν δεν υποβληθεί αίτηση εντός της προθεσμίας του δευτέρου εδαφίου, τυχόν μεταγενέστερη αίτηση διεκπεραιώνεται ως νέα αίτηση, μη εφαρμοζόμενης στην περίπτωση αυτή της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου.
9. Η οριστικοποίηση της ηλεκτρονικής αίτησης επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης των αιτούντων, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 1599/1986 (Α’ 75), ως προς τη γνησιότητα των στοιχείων που υποβάλλουν, καθώς και ως προς την πλήρωση των προϋποθέσεων χορήγησης του επιδόματος που προβλέπονται στις περ. δ’, ε’, στ’, ζ’, η’, ιβ’ και ιδ’ του άρθρου 2. Σε περίπτωση που μετά την έκδοση εγκριτικής απόφασης παύει να συντρέχει κάποια εκ των προϋποθέσεων χορήγησης του επιδόματος, οι δικαιούχοι οφείλουν να ζητούν τη διακοπή χορήγησής του, με την υποβολή σχετικής αίτησης στην ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος. Από την υποβολή της αίτησης του προηγουμένου εδαφίου αναστέλλεται η χορήγηση του επιδόματος, το οποίο δύναται να χορηγείται εκ νέου, μετά από υποβολή νέας ηλεκτρονικής αίτησης ή αυτεπαγγέλτως από τον ΟΠΕΚΑ, αν εκλείψει ή διαπιστωθεί ότι δεν συνέτρεξε ο λόγος που επέβαλε την αναστολή.
10. Παράλληλα, η οριστικοποίηση της αίτησης επέχει θέση δήλωσης συναίνεσης των αιτούντων για τη διενέργεια κοινωνικής έρευνας και κατ’ οίκον επισκέψεων από αρμόδιους υπαλλήλους, αν απαιτηθεί, για επιτόπια επαλήθευση των δηλουμένων στοιχείων. Για τη διεξαγωγή κοινωνικής έρευνας, ζητείται από τον ΟΠΕΚΑ η συνδρομή της αρμόδιας υπηρεσίας της οικείας Περιφέρειας.
11. Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης στην εφαρμογή του ΟΠΕΚΑ, μέσω διαλειτουργικότητας από τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζεται η Α.Α.Δ.Ε., αντλούνται και χορηγούνται στην Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. μέσω του Κέντρου Διαλειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, τα κατωτέρω δεδομένα:
α. Ένδειξη εκκαθαρισμένης φορολογικής δήλωσης για το ελεγχόμενο ως προς το εισοδηματικό κριτήριο φορολογικό έτος ή τα ελεγχόμενα φορολογικά έτη, σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 3.
β. Διεύθυνση Μόνιμης Κατοικίας του αιτούντος και του συζύγου του/έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης από το Ε1 του έτους της αίτησης (πίνακας 5 του Ε1).
γ. Ένδειξη δήλωσης ή αποδοχής φιλοξενίας εκ μέρους του αιτούντος ή του συζύγου του/έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης κατά το έτος της αίτησης ή κατά το προηγούμενο της υποβολής της αίτησης έτος, σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 3.
δ. Εισόδημα σύμφωνα με τις προβλέψεις της παρούσας για τον ΑΦΜ του αιτούντος και του συζύγου του/ έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης ως προς το ελεγχόμενο φορολογικό έτος ή ως προς τα ελεγχόμενα φορολογικά έτη, σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 3.
ε. Το συνολικό ποσό από τόκους καταθέσεων του αιτούντος και του συζύγου του/έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, όπως έχουν δηλωθεί στην τελευταία εκκαθαρισμένη δήλωση φορολογίας εισοδήματος (Ε1) στ. Ένδειξη υποβολής δηλώσεων φορολογίας εισοδή-
ματος κατά τα τελευταία δώδεκα (12) έτη πριν από την υποβολή της αίτησης. Για τις αιτήσεις που υποβάλλονται κατά τα έτη 2021, 2022 και 2023, αντίστοιχη ένδειξη από το έτος 2012 και εντεύθεν. Ελέγχεται η υποβολή δηλώσεων από τον αιτούντα, σε περίπτωση δε που δεν προκύπτει η υποβολή τους, ελέγχεται η υποβολή δηλώσεων από τον σύζυγο του/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης, αν ο τελευταίος έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του.
ζ. Ένδειξη εισοδήματος από μισθωτή εργασία ή/και ένδειξη άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας κατόπιν έναρξης του αιτούντος και του συζύγου του/ έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης, βάσει της τελευταίας εκκαθαρισμένης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1).
η. Ένδειξη ότι, μέχρι το χρόνο υποβολής της αίτησης, στη διαμορφωθείσα από τις υποβληθείσες δηλώσεις στοιχείων ακινήτων περιουσιακή κατάσταση του τρέχοντος έτους δεν περιλαμβάνεται κατοικία ή μονοκατοικία σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. ε’ του άρθρου 2 της παρούσας.
12. Με εξαίρεση την παρ. 1 και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και σε ανασφάλιστους υπερήλικες που υποβάλουν για πρώτη φορά αίτηση για τη χορήγηση του επιδόματος, μετά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020. Στις περιπτώσεις αυτές, αν η έναρξη της ισχύος της σύμβασης μίσθωσης ανατρέχει σε χρονικό σημείο προγενέστερο της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της εφαρμογής της παρ. 2, ως χρόνος έναρξης του δικαιώματος ορίζεται η έναρξη του συμβατικού χρόνου ισχύος της σύμβασης μίσθωσης, η ημερομηνία της οποίας δηλώνεται από τον αιτούντα κατά την υποβολή της αίτησής του. Προϋπόθεση για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου είναι η υποβολή της σχετικής αίτησης στην ηλεκτρονική εφαρμογή της παρ. 2 εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της.
13. Σε περίπτωση ζεύγους ανασφαλίστων, ο σύζυγός του αιτούντος ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης υποβάλλει στην ηλεκτρονική εφαρμογή δήλωση αποδοχής της υποβληθείσας αίτησης, τηρώντας τη διαδικασία του πρώτου εδαφίου ή του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης της παρ. 9 ως προς τα στοιχεία που τον αφορούν.

Άρθρο 5
Έλεγχος προϋποθέσεων – Έκδοση απόφασης

1. Αρμόδιος για τη χορήγηση του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων είναι ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ). Αν από τις διενεργούμενες διασταυρώσεις προκύπτει ότι ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση του επιδόματος, εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του ΟΠΕΚΑ πράξη εγκριτική της αίτησής του. Υπό τους όρους του προηγούμενου εδαφίου, αντίστοιχη εγκριτική απόφαση εκδίδεται για κάθε νέα σύμβαση μίσθωσης κατοικίας που συνάπτουν οι δικαιούχοι. Σε περίπτωση που από τις διενεργούμενες διασταυρώσεις προκύπτει ότι ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση του επιδόματος, εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του ΟΠΕΚΑ αιτιολογημένη πράξη απόρριψης της αίτησής του, αντίστοιχη δε πράξη εκδίδεται και για κάθε νέα αίτηση χορήγησης του επιδόματος βάσει της εκάστοτε νέας σύμβασης μίσθωσης κατοικίας που συνάπτουν οι δικαιούχοι.
2. Όταν οι ανωτέρω διασταυρώσεις δεν είναι δυνατές ή δεν οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα ως προς την πλήρωση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση του επιδόματος, ο αιτών ενημερώνεται από την ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 10 για το συγκεκριμένο λόγο, για τον οποίο η αίτησή του παραμένει εκκρεμής και καλείται να υποβάλει δικαιολογητικά για την τεκμηρίωση της συνδρομής των απαιτούμενων προϋποθέσεων χορήγησης του επιδόματος. Τα δικαιολογητικά που έχουν εκδοθεί από αλλοδαπή αρχή ή που, σε κάθε περίπτωση, δεν έχουν συνταχθεί στην ελληνική γλώσσα, πρέπει να είναι νομίμως μεταφρασμένα και επικυρωμένα, όπου δε απαιτείται να φέρουν την επισημείωση της σύμβασης της Χάγης (Αpostile).
3. Στις περιπτώσεις της παρ. 2, ο ενδιαφερόμενος οφείλει, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την κατά τα ανωτέρω ενημέρωσή του, είτε ο ίδιος είτε μέσω εξουσιοδοτημένου χρήστη του Κέντρου Κοινότητας ή του δήμου του τόπου κατοικίας του, να υποβάλει ηλεκτρονικά τα απαιτούμενα δικαιολογητικά στην ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος και ειδικότερα ενδεικτικά κατά περίπτωση:
α) Εφόσον συντρέχει περίπτωση, διαζευκτήριο ή απόφαση διαζυγίου σε περίπτωση πολιτικού γάμου ή τη με συμβολαιογραφικό έγγραφο συμφωνία ή δήλωση λύσης του συμφώνου συμβίωσης.
β) Στοιχεία απόδειξης της ύπαρξης ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο αιτών.
γ) Στοιχεία απόδειξης της ύπαρξης ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο εκμισθωτής της μισθούμενης κατοικίας.
δ) Τα προβλεπόμενα στην παρ. 7 του άρθρου 4 δικαιολογητικά. Ειδικά το έγγραφο αλλοδαπής δημόσιας αρχής, με το οποίο βεβαιώνεται ότι ο αιτών και ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα του κράτους ή των κρατών προέλευσής τους, υποβάλλεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ενημέρωσή του, σύμφωνα με την παρ. 2.
Τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά ελέγχονται από τους εξουσιοδοτημένους χρήστες των Κέντρων Κοινότητας ή των δήμων, εφόσον δεν δύναται να ελεγχθούν μέσω των διενεργούμενων σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 διασταυρώσεων.
4. Αν δεν υποβληθούν δικαιολογητικά σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3, η αίτηση απορρίπτεται.
5. Για την εφαρμογή της παρούσας ως εξουσιοδοτημένοι χρήστες των Κέντρων Κοινότητας και των δήμων νοούνται οι εξουσιοδοτημένοι χρήστες για την υποβολή και την διεκπεραίωση των αιτήσεων για τη χορήγηση του επιδόματος στέγασης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 του ν. 4472/2017 (Α’ 74) και της κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου αυτού εκδοθείσας νομοθεσίας. Οι εξουσιοδοτούμενοι δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου χρήστες δύναται να αντικαθίστανται από έτερους υπαλλήλους των δήμων ή των Κέντρων Κοινότητας ή να προστίθενται σε αυτούς και έτεροι υπάλληλοι των δήμων ή των Κέντρων Κοινότητας, κατ’ εφαρμογή της περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 4576/2020.

 




Άρθρο 6
Καταβολή επιδόματος

1. Όταν η αίτηση για τη χορήγηση του επιδόματος υποβάλλεται πριν την υποβολή και εκκαθάριση, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3, της ελεγχόμενης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του αιτούντος και σε περίπτωση ζεύγους ανασφαλίστων και του συζύγου του ή του έτερου μέρους του συμφώνου συμβίωσης, η αίτηση παραμένει εκκρεμής προς έλεγχο του εισοδηματικού κριτηρίου και σε περίπτωση έγκρισής της το επίδομα καταβάλλεται αναδρομικά από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης μέχρι και τον μήνα της έκδοσης της εγκριτικής πράξης, ακολούθως δε σε μηνιαία βάση μέχρι και τον μήνα Δεκέμβριο. Ακολούθως, από τον μήνα Ιανουάριο κάθε έτους, η καταβολή του επιδόματος διακόπτεται μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου του εισοδηματικού κριτηρίου σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3. Αν το εισοδηματικό κριτήριο πληρούται, το επίδομα καταβάλλεται αναδρομικά από τον μήνα Ιανουάριο και ακολούθως σε μηνιαία βάση μέχρι και τον μήνα Δεκέμβριο. Ως έναρξη του δικαιώματος, ορίζεται η ημερομηνία υποβολής της αίτησης, με εξαίρεση τις περιπτώσεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 4, των εδαφίων δεύτερου και τρίτου της παρ. 12 του άρθρου 4, καθώς και των εδαφίων δεύτερου και τρίτου της παρ. 2 του άρθρου 9. Ως λήξη του δικαιώματος, ορίζεται η ρητά προβλεπόμενη στη σύμβαση μίσθωσης κατοικίας ημερομηνία λήξης του συμβατικού χρόνου ισχύος της, εκτός αν ο δικαιούχος αποβιώσει πριν από την ημερομηνία αυτή, οπότε στην περίπτωση αυτή ως λήξη του δικαιώματος ορίζεται η πρώτη του μήνα που έπεται του θανάτου του δικαιούχου.
2. Η καταβολή πραγματοποιείται με βάση σχετικό ηλεκτρονικό αρχείο αναλυτικής κατάστασης, μέσω του Διατραπεζικού Συστήματος Πληρωμών ΔΙΑΣ, με πίστωση των λογαριασμών πληρωμών, που δηλώθηκαν από τους δικαιούχους. Στην αναλυτική κατάσταση περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστο τα στοιχεία ταυτοποίησης των δικαιούχων (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Α.Μ.Κ.Α., Α.Φ.Μ.), ο αριθμός της εγκριτικής απόφασης χορήγησης του επιδόματος, το πληρωτέο ποσό, τα στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο αιτών και η ημερομηνία πίστωσης.
Σε συγκεντρωτική κατάσταση πληρωμής της δαπάνης αναγράφονται ο συνολικός αριθμός των δικαιούχων, το συνολικό ποσό της πληρωμής, η κατανομή των πληρωμών ανά τράπεζα (αριθμός πιστώσεων και ποσά) και η αμοιβή της τράπεζας για την υλοποίηση της πληρωμής.
3. Η συγκεντρωτική κατάσταση πληρωμής του τελευ-ταίου εδαφίου της παρ. 2, μετά την υπογραφή της από την αρμόδια υπηρεσία πληροφορικής, υπογράφεται από τον προϊστάμενο του Τμήματος Ελέγχων και Διαχείρισης Πληρωμών και Μεταβολών της Διεύθυνσης Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ΟΠΕΚΑ και τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης αυτής και, στη συνέχεια, διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Οργανισμού, με τα εξής δικαιολογητικά:
α) Αντίγραφο της απόφασης του αρμόδιου για την ανάληψη της σχετικής υποχρέωσης οργάνου.
β) Το αναλυτικό ηλεκτρονικό αρχείο της παρ. 3.
γ) Κατάσταση πληρωμής δαπάνης, υπογεγραμμένη από τον αρμόδιο διατάκτη, στην οποία αναφέρονται τουλάχιστον:
αα) ο ΚΑΕ/λογαριασμός οικονομικής ταξινόμησης, ββ) ο φορέας, ο προϋπολογισμός του οποίου επιβαρύνεται,
γγ) το οικονομικό έτος, τον προϋπολογισμό του οποίου βαρύνει η δαπάνη,
δδ) το συνολικό ποσό της πληρωμής, εε) ο συνολικός αριθμός και τα στοιχεία των δικαιούχων (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Α.Φ.Μ., αριθμός ΙΒΑΝ).
4. Το Τμήμα Χορήγησης Παροχών Ανασφαλίστων Υπερηλίκων της Διεύθυνσης Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Κεντρικής Υπηρεσίας και τα Τμήματα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών προσφυγών των Περιφερειακών Διευθύνσεων του ΟΠΕΚΑ είναι αρμόδια για την παραλαβή των προωθούμενων από την Η.ΔΙ.ΚΑ. Α.Ε. αναλυτικών καταστάσεων πληρωμής, τη θεώρησή τους με χρήση ειδικών κωδικών πρόσβασης στην ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος και τη διαβίβασή τους στο Τμήμα Ελέγχου και Διαχείρισης Πληρωμών – Μεταβολών της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΟΠΕΚΑ. Το Τμήμα αυτό διαβιβάζει τις αναλυτικές και τις συγκεντρωτικές καταστάσεις πληρωμής στη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ, η οποία μεριμνά για την ενταλματοποίηση της δαπάνης. Στη συνέχεια, εκδίδει και αποστέλλει στην αρμόδια τράπεζα την εντολή πληρωμής του συνολικού ποσού.

Άρθρο 7
Αναστολή καταβολής του επιδόματος

1. Η καταβολή του επιδόματος αναστέλλεται, αν μέσω των διασταυρώσεων που διενεργεί η Η.ΔΙ.ΚΑ. Α.Ε. ή από έγγραφα στοιχεία που περιέρχονται στο αρμόδιο όργανο του δήμου ή του Κέντρου Κοινότητας ή του ΟΠΕΚΑ, προκύπτει αναντιστοιχία μεταξύ των όσων δηλώθηκαν στην αίτηση και στην πραγματική κατάσταση των δικαιούχων.
2. Τα αρμόδια όργανα του δήμου ή του Κέντρου Κοινότητας ή του ΟΠΕΚΑ, όποτε κρίνουν ότι απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, καλούν τους δικαιούχους για την παροχή διευκρινίσεων, δύνανται δε να ζητούν τη διεξαγωγή κοινωνικής έρευνας. Οι δικαιούχοι δύνανται να προσκομίζουν κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό που τεκμηριώνει την πραγματική τους κατάσταση.
3. Αν μετά τη διερεύνηση της υπόθεσης, δεν προκύπτει αναντιστοιχία μεταξύ των δηλουμένων στην αίτηση στοιχείων και της πραγματικής κατάστασης των δικαιούχων, η παροχή καταβάλλεται αναδρομικά από το χρονικό σημείο που επιβλήθηκε η αναστολή καταβολής του επιδόματος. Σε περίπτωση που επιβεβαιώνεται η αναντιστοιχία, η πράξη έγκρισης ανακαλείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8.
4. Η καταβολή του επιδόματος αναστέλλεται, και όταν από έγγραφα στοιχεία που περιέρχονται στο αρμόδιο όργανο του δήμου ή του Κέντρου Κοινότητας ή του ΟΠΕΚΑ, προκύπτει ότι ο δικαιούχος δεν κατέβαλε στον εκμισθωτή το ποσό του επιδόματος που έλαβε, εκτός αν η παράλειψή του αυτή οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας. Πριν την επιβολή της αναστολής, τα αρμόδια όργανα του δήμου ή του Κέντρου Κοινότητας ή του ΟΠΕΚΑ καλούν τους δικαιούχους για την παροχή διευκρινίσεων.
5. Μετά την καταβολή στον εκμισθωτή του οφειλόμενου σύμφωνα με την παρ. 4 ποσού, η οποία δύναται να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο μέσο ή αν διαπιστωθεί ότι δεν συνέτρεχαν οι προβλεπόμενες στην παρ. 4 προϋποθέσεις επιβολής της αναστολής καταβολής του επιδόματος, το επίδομα καταβάλλεται αναδρομικά από το χρονικό σημείο που επιβλήθηκε η αναστολή καταβολής του.
6. Αν η επιβληθείσα σύμφωνα με την παρ. 4 αναστολή διατηρείται για διάστημα έξι (6) μηνών, η καταβολή του επιδόματος διακόπτεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ΟΠΕΚΑ, το ποσό δε των επιδομάτων που έλαβε ο δικαιούχος χωρίς να το καταβάλει στον εκμισθωτή, αναζητείται από τον ΟΠΕΚΑ, εφαρμοζόμενης αναλόγως στην περίπτωση αυτή της παρ. 4 του άρθρου 8.
7. Μετά την έκδοση απόφασης περί διακοπής της καταβολής του επιδόματος σύμφωνα με την παρ. 6, οι δικαιούχοι δεν έχουν δικαίωμα να αιτούνται τη χορήγησή του, πριν την παρέλευση τριών (3) ετών από την έκδοσή της. Σε περίπτωση υποτροπής, μετά την έκδοση σε βάρος τους δεύτερης απόφασης περί διακοπής της καταβολής του επιδόματος, ο ανασφάλιστος υπερήλικας ή το ζεύγος ανασφαλίστων δεν δικαιούνται να αιτούνται εκ νέου τη χορήγησή του.

Άρθρο 8
Ανάκληση εγκριτικών αποφάσεων – Επαναχορήγηση επιδόματος

1. Όταν, μετά την έκδοση εγκριτικής απόφασης περί χορήγησης του επιδόματος, προκύπτει από διασταύρωση στοιχείων που αφορούν στον δικαιούχο, ότι εξέλιπε, είτε κατά το χρόνο έκδοσης της εγκριτικής απόφασης είτε εκ των υστέρων, έστω και μία εκ των προϋποθέσεων χορήγησής του, η εγκριτική απόφαση ανακαλείται. Όταν διαπιστώνεται ότι η απαιτούμενη προϋπόθεση δεν συνέτρεχε κατά τον χρόνο έκδοσης της εγκριτικής απόφασης, η απόφαση αυτή ανακαλείται εξυπαρχής, θεωρούμενη ως μηδέποτε εκδοθείσα, όταν δε η μη πλήρωση της προϋπόθεσης συνέτρεξε εκ των υστέρων, το ανακλητικό αποτέλεσμα της σχετικής απόφασης ανατρέχει στο μήνα που έπεται του χρονικού σημείου που συνέτρεξε το γεγονός, στο οποίο οφείλεται η ανάκληση. Εφόσον εκλείπει ο λόγος της ανάκλησης, ο ανασφάλιστος υπερήλικας δύναται να αιτηθεί εκ νέου τη χορήγηση του επιδόματος, υποβάλλοντας αίτηση στην ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος. Σε περίπτωση έκδοσης ανακλητικής πράξης λόγω της εκ μέρους του αιτούντος δήλωσης ή υποβολής ψευδών στοιχείων ή απόκρυψης αληθινών στην αίτησή του για τη χορήγηση του επιδόματος, με σκοπό τον προσπορισμό περιουσιακού οφέλους στον ίδιο ή σε τρίτο, ο ανασφάλιστος υπερήλικας ή το ζεύγος ανασφαλίστων δεν δύνανται να αιτηθούν εκ νέου τη χορήγηση του επιδόματος, πριν την παρέλευση τριετίας από το χρονικό σημείο που εξέλιπε ο λόγος της ανάκλησης.
2. Η πράξη έγκρισης ανακαλείται, αν μετά από τρεις (3) διαδοχικές εντολές πίστωσης δεν έχει καταστεί δυνατόν να πιστωθεί το επίδομα στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου, με υπαιτιότητά του. Μετά τη διαπίστωση ότι δεν έχει καταστεί δυνατόν να πιστωθεί το επίδομα στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου ύστερα από την πρώτη εκ των διαδοχικών εντολών πίστωσης του προηγούμενου εδαφίου, ο δικαιούχος ενημερώνεται στον λογαριασμό/αίτησή του στην ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος και λαμβάνει σχετική ειδοποίηση με ηλεκτρονικό μήνυμα στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του και με μήνυμα στο δηλωθέντα αριθμό κινητού τηλεφώνου του.
3. Ειδικά στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται η υπέρβαση του εισοδηματικού ορίου κατά τον έλεγχο που διενεργείται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6, η χορήγηση του επιδόματος διακόπτεται από την πρώτη του έτους, κατά το οποίο διενεργείται ο έλεγχος, και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους αυτού, κατόπιν έκδοσης σχετικής αιτιολογημένης απόφασης του αρμοδίου οργάνου του ΟΠΕΚΑ. Μετά το έτος της επιβληθείσας σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο διακοπής και καθ’ έκαστο έτος διενεργείται έλεγχος του εισοδηματικού κριτηρίου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6 και είτε το επίδομα επαναχορηγείται, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6, κατόπιν έκδοσης σχετικής απόφασης του αρμοδίου οργάνου του ΟΠΕΚΑ, είτε εκδίδεται απόφαση περί ενιαύσιας διακοπής της χορήγησής του, αν διαπιστώνεται εκ νέου η υπέρβαση του εισοδηματικού κριτηρίου.
4. Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά καταλογίζονται και επιστρέφονται άτοκα. Για την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών εφαρμόζονται οι παρ. 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 45 του ν του ν. 4520/2018. Σε περίπτωση μη επιστροφής τους, αναζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (Α’ 90).
5. Υπό την επιφύλαξη αυστηρότερων ποινών, που προβλέπονται στην κείμενη ποινική νομοθεσία, σε περίπτωση δήλωσης από τον αιτούντα ψευδών στοιχείων ή απόκρυψης αληθινών στην αίτησή του για τη χορήγηση του επιδόματος, με σκοπό τον προσπορισμό περιουσιακού οφέλους στον ίδιο ή σε τρίτο, εφαρμόζεται η παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986.

Άρθρο 9
Εκκρεμείς αιτήσεις

1. Οι εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση της παρούσας αιτήσεις για τη χορήγηση του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων διεκπεραιώνονται σύμφωνα με τις προβλέψεις των προηγούμενων άρθρων. Ως εκκρεμείς νοούνται και οι αιτήσεις που τεκμαίρονται ως σιωπηρώς απορριφθείσες.
2. Οι αιτούντες οφείλουν να υποβάλουν και ηλεκτρονικά την αίτησή τους στην εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 4, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ανωτέρω ηλεκτρονικής εφαρμογής. Αν ο συμβατικός χρόνος της σύμβασης μίσθωσης κατοικίας, στην οποία αφορά η εκκρεμής αίτηση, λήγει πριν την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2, η έναρξη δε της ισχύος της τυχόν συναπτόμενης νέας σύμβασης μίσθωσης ανατρέχει σε χρονικό σημείο προγενέστερο της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ανωτέρω εφαρμογής, ως χρόνος έναρξης του νέου δικαιώματος ορίζεται η έναρξη του συμβατικού χρόνου ισχύος της νέας σύμβασης μίσθωσης, υπό την προϋπόθεση ότι η νέα αίτηση υποβάλλεται εντός προθεσμίας ενός (1) μήνα από την ημερομηνία έγκρισης της εκκρεμούς αίτησης της παρ. 1. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, κατά την υποβολή της νέας αίτησης δηλώνεται και η ημερομηνία έναρξης του συμβατικού χρόνου ισχύος της νέας σύμβασης μίσθωσης κατοικίας.
3. Με την αίτηση αυτή, δηλώνονται, εκτός από τα στοιχεία των παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 4, ο αριθμός πρωτοκόλλου και η ημερομηνία κατάθεσης της εκκρεμούσας αίτησης. Στον λογαριασμό πληρωμών του εκμισθωτή καταβάλλεται το επίδομα αναδρομικά από την έναρξη ισχύος του αναγνωριζόμενου δικαιώματος του δικαιούχου υπερήλικα μέχρι και τον μήνα έκδοσης της εγκριτικής πράξης χορήγησης του επιδόματος. Από τον μήνα που έπεται της έκδοσης της εγκριτικής πράξης και εντεύθεν, το επίδομα καταβάλλεται στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου υπερήλικα.
4. Εφόσον κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 εκ-κρεμεί αίτηση, χωρίς να έχει υποβληθεί η απαιτούμενη προς έλεγχο του εισοδηματικού κριτηρίου δήλωση φορολογίας εισοδήματος, επειδή ο αιτών δεν είχε υποχρέωση προς τούτο με βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, δύναται ο αιτών, μέχρι την υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησής του σύμφωνα με την παρ. 1, να υποβάλει αζημίως δήλωση φορολογίας του εισοδήματός τους για το κρίσιμο φορολογικό έτος.
5. Κατ’ εξαίρεση, αν μέχρι την έκδοση εγκριτικής απόφασης επί των εκκρεμών κατά τη δημοσίευση του ν. 4756/2020 αιτήσεων οι δικαιούχοι του επιδόματος έχουν αιτηθεί και λάβει παράλληλα το επίδομα στέγασης του άρθρου 3 του ν. 4472/2017 (Α’ 74), η εγκριτική απόφαση χορήγησης του τελευταίου θεωρείται ως αναδρομικά ανακληθείσα από το χρονικό σημείο, στο οποίο ανατρέχει η έναρξη του δικαιώματος βάσει της εγκριτικής απόφασης χορήγησης του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής και το ποσό, το οποίο έχει εισπραχθεί εντός της ιδίας χρονικής περιόδου ως επίδομα στέγασης, συμψηφίζεται με το ποσό του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής.
6. Στις περιπτώσεις εφαρμογής του παρόντος άρθρου, εκτός των στοιχείων που προβλέπονται στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 6, στις αναλυτικές καταστάσεις πληρωμών και στα δικαιολογητικά που συνοδεύουν τις συγκεντρωτικές καταστάσεις πληρωμών περιλαμβάνονται και τα στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο εκμισθωτής της μισθούμενης από τον δικαιούχο κατοικίας.

Άρθρο 10
Ενδικοφανής προσφυγή

1. Οι κατ’ εφαρμογή της παρούσας εκδιδόμενες δυσμενείς πράξεις των αρμοδίων οργάνων του ΟΠΕΚΑ προσβάλλονται με ενδικοφανή προσφυγή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 46 του ν. 4520/2018, όπως ισχύει μετά από την αντικατάστασή του με το άρθρο 16 του ν. 4576/2020.
2. Πριν την έκδοση απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής της παρ. 1 ή εφόσον τέτοια προσφυγή δεν ασκηθεί, οι παράνομες, εν όλω ή εν μέρει, πράξεις του ΟΠΕΚΑ δύναται να ανακαλούνται αυτεπαγγέλτως με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του. Οι ανακλητικές αποφάσεις διαβιβάζονται άμεσα στο όργανο που είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί της τυχόν ασκηθείσας ενδικοφανούς προσφυγής, το οποίο, σε περίπτωση που το αίτημα της ενδικοφανούς προσφυγής ικανοποιείται πλήρως από το περιεχόμενο της ανακλητικής απόφασης, εκδίδει απόφαση περί κατάργησης της ενδικοφανούς διαδικασίας. Όταν, εξ αιτίας της ανακληθείσας πράξης, ο ωφελούμενος υπερήλικας δεν έλαβε το ποσό του επιδόματος που του αναλογεί, με την ανακλητική απόφαση του πρώτου εδαφίου διατάσσεται και η αναδρομική καταβολή του οφειλόμενου ποσού.
3. Αν ο ωφελούμενος υπερήλικας δεν έλαβε το ποσό του επιδόματος που του αναλογεί λόγω σφάλματος, παραδρομής ή αστοχίας που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του και έπεται της έκδοσης της εγκριτικής της αίτησής του απόφασης, το οφειλόμενο ποσό καταβάλλεται αναδρομικά από το χρονικό σημείο που εμφιλοχώρησε το σφάλμα, η παραδρομή ή η αστοχία, κατόπιν απόφασης του οργάνου του ΟΠΕΚΑ που είναι αρμόδιο για την έκδοση απόφασης περί χορήγησης του επιδόματος.

Άρθρο 11
Καταχώριση στοιχείων υφιστάμενων δικαιούχων στην ηλεκτρονική εφαρμογή

1. Οι υφιστάμενοι κατά την ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 4 δικαιούχοι του επιδόματος υποχρεούνται, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ανωτέρω ημερομηνία, να δηλώσουν στην εφαρμογή αυτή: α) στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ν. 4537/2018, δικαιούχοι ή συνδικαιούχοι του οποίου είναι οι ίδιοι, β) τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισής τους (Α.Μ.Κ.Α.) και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου τους (Α.Φ.Μ.), γ) έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), δ) τον αριθμό του κινητού τους τηλεφώνου και ε) το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισής (Α.Μ.Κ.Α.) του συζύγου τους ή του συνδεόμενου με αυτούς με σύμφωνο συμβίωσης, αν δε ο τελευταίος δεν είναι Έλληνας πολίτης ή έχει και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, την ιθαγένεια ή τις ιθαγένειές του, στ) στοιχεία ενεργού λογαριασμού πληρωμών (ΙΒΑΝ) που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ν. 4537/2018, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο εκμισθωτής της μισθούμενης από τον αιτούντα κατοικίας, στον οποίο (λογαριασμό πληρωμών) καταβάλλει ο δικαιούχος το ποσό του επιδόματος, στ) τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.) του εκμισθωτή της μισθούμενης από τον αιτούντα κατοικίας, ζ) αν δεν είναι Έλληνας πολίτης ή έχει και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, την ιθαγένεια ή τις ιθαγένειές του.
Πλέον της δήλωσης των στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου, επισυνάπτεται στην ηλεκτρονική εφαρμογή η απόφαση περί έγκρισης της χορήγησης του επιδόματος, εφόσον αυτή εξεδόθη πριν την 1η.1.2019 και σχετική σύμβαση μίσθωσης κατοικίας με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του μισθωτή και του εκμισθωτή από αρμόδια δημόσια αρχή, δηλώνεται δε και η ημερομηνία λήξης του συμβατικού χρόνου ισχύος της επισυναφθείσας σύμβασης μίσθωσης κατοικίας, η οποία οφείλει να ταυτίζεται με την ημερομηνία λήξης του αναγνωρισθέντος δικαιώματος. Αν η σύμβαση μίσθωσης κατοικίας κατά τη σύναψή της δεν είχε υπογραφεί με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής των συμβαλλομένων, επισυνάπτεται αντίγραφό της, το οποίο υπογράφεται εκ νέου από τα συμβαλλόμενα μέρη με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής τους από αρμόδια δημόσια αρχή.
2. Αν ο δηλών δικαιούχος ή και ο σύζυγός του ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης δεν είναι Έλληνες πολίτες ή έχουν και έτερη ιθαγένεια πλην της ελληνικής, για την υποβολή της δήλωσης της παρ. 1 εφαρμόζεται η παρ. 7 του άρθρου 4.
3. Η δήλωση των στοιχείων των παρ. 1 και 2 υποβάλλεται μέσω εξουσιοδοτημένου χρήστη του Κέντρου Κοινότητας του τόπου κατοικίας του αιτούντος ή των αρμοδίων υπηρεσιών του οικείου δήμου, αν στον τόπο κατοικίας του αιτούντος δεν λειτουργεί Κέντρο Κοινότητας και σύμφωνα με όσα ορίζονται στην υπό στοιχεία 29810 ΕΞ 2020 απόφαση του Υπουργού Επικρατείας.
4. Η αρμόδια υπηρεσία του ΟΠΕΚΑ ελέγχει τα δηλούμενα σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 στοιχεία, σε περίπτωση δε επαλήθευσής τους ή κατόπιν των απαιτούμενων διορθώσεων, όταν αυτό είναι εφικτό, εκδίδεται από την ηλεκτρονική εφαρμογή του επιδόματος πράξη περί συνέχισης της χορήγησής του, ισχύουσα μέχρι τη λήξη της ισχύουσας σύμβασης μίσθωσης κατοικίας. Για την έκδοση της πράξης του προηγούμενου εδαφίου, οφείλουν να πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α’, γ’, δ’, ε’, στ’, ως προς την τασσόμενη προϋπόθεση ότι η σύμβαση μίσθωσης κατοικίας δεν αφορά σε τμήμα κατοικίας, η’, θ’, ι’, ια’, ιβ’, ιγ’, ως προς την προϋπόθεση της νόμιμης διαμονής στην Ελληνική Επικράτεια αμφότερων των μερών του ζεύγους ανασφαλίστων, και ιδ’ του άρθρου 2, καθώς οι προϋποθέσεις αυτές συνιστούν εξειδίκευση των προϋποθέσεων που έτασσαν οι υπ’ αρ. 2615/22.05.1985 και 2435/08.07.1987 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας και Οικονομικών για τη χορήγηση του επιδόματος. Σε διαφορετική περίπτωση, η χορήγηση του επιδόματος διακόπτεται, με αιτιολογημένη πράξη του αρμοδίου οργάνου του ΟΠΕΚΑ.
5. Η οριστικοποίηση της ηλεκτρονικής δήλωσης του παρόντος άρθρου επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 1599/1986, ως προς τη γνησιότητα των στοιχείων που υποβάλλονται, καθώς και ως προς την πλήρωση των προϋποθέσεων χορήγησης του επιδόματος που προβλέπονται στις περ. δ’, ε’, στ’, η’, ιβ’ και ιδ’ του άρθρου 2. Σε περίπτωση ζεύγους ανασφαλίστων, ο σύζυγός του δηλούντος ή το έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης υποβάλλει στην ηλεκτρονική εφαρμογή δήλωση αποδοχής της υποβληθείσας δήλωσης, τηρώντας τη διαδικασία του πρώτου ή του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 4. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου ως προς τα στοιχεία που τον αφορούν.
6. Μέχρι την έκδοση της πράξης περί συνέχισης της χορήγησης του επιδόματος ή περί διακοπής της χορήγησής του, σύμφωνα με την παρ. 4, το επίδομα εξακολουθεί να καταβάλλεται στους δικαιούχους. Από τον μήνα που έπεται της έκδοσης της εγκριτικής πράξης της παρ. 4 και εντεύθεν, το επίδομα καταβάλλεται στον δηλωθέντα λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου υπερήλικα.

Άρθρο 12
Διάθεση διαδικτυακών υπηρεσιών μέσω του Κέντρου Διαλειτουργικότητας

1. Η παραγωγική λειτουργία των διαδικτυακών υπη-ρεσιών, οι οποίες αναφέρονται στην παρούσα και αξιοποιούνται για την εξυπηρέτηση των σκοπών της, εκκινεί κατόπιν έγκρισης του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 47 του ν. 4623/2019 (Α’ 134).
2. Η διάθεση διενεργείται μέσω του Κέντρου Διαλει-τουργικότητας (ΚΕ.Δ.) της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης και σύμφωνα με το ισχύον Πλαίσιο Ασφάλειας Πληροφοριακών Συστημάτων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, καθώς και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137).
3. Οι ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται για την ημερομη-νία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 4 με σχετική ανακοίνωση του ΟΠΕΚΑ, η οποία αναρτάται στον ιστότοπό του δέκα (10) ημέρες πριν την ανωτέρω ημερομηνία.

Άρθρο 13
Κοινοποίηση πράξεων

1. Η κοινοποίηση των διοικητικών πράξεων των ορ-γάνων του ΟΠΕΚΑ προς τους αιτούντες/ωφελούμενους, όπως οι πράξεις με τις οποίες γίνονται δεκτές ή απορρίπτονται οι υποβληθείσες αιτήσεις τους για τη χορήγηση του επιδόματος, οι πράξεις με τις οποίες αποφασίζεται η ανάκληση ή η τροποποίηση των πράξεων αυτών, οι πράξεις με τις οποίες αποφασίζεται η διακοπή ή η επαναχορήγηση του επιδόματος και ο καταλογισμός ή συμψηφισμός ποσών σε βάρος των ωφελουμένων, συντελείται, εφόσον οι πράξεις αυτές κοινοποιηθούν ηλεκτρονικά στο λογαριασμό/αίτηση του αιτούντος/ωφελουμένου στην ηλεκτρονική εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 4 ή στην περίπτωση που αυτές αναρτηθούν στην προσωπική θυρίδα του φυσικού προσώπου-χρήστη που τηρείται στην Ενιαία Ψηφιακή Πύλη της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-EΨΠ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του ν. 4727/2020.
2. Της κοινοποίησης της παρ. 1 και προς ενημέρωση του αιτούντα/ωφελούμενου έπεται αρχικά η αποστολή σε αυτόν της περιληπτικής περιγραφής του περιεχομένου της εκδοθείσας πράξης με σχετικό μήνυμα (sms) στον δηλωθέντα, με την αίτησή του, αριθμό κινητού τηλεφώνου ή στον αριθμό κινητού τηλεφώνου που έχει καταχωρίσει στο Εθνικό Μητρώο Επικοινωνίας (Ε.Μ.Επ.). Του προαναφερθέντος μηνύματος (sms) έπεται η αποστολή σχετικής ειδοποίησης στη δηλωθείσα με την αίτησή του διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) του αιτούντος/ωφελούμενου ή στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) που αυτός έχει καταχωρίσει στο Ε.Μ.Επ. Το μήνυμα στον δηλωθέντα αριθμό κινητού τηλεφώνου (sms) του αιτούντος/ωφελούμενου οφείλει να προηγείται της ειδοποίησης στη δηλωθείσα διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του (email) ή σε κάθε περίπτωση να αποστέλλεται την ίδια ημέρα με αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές η πράξη θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερών από την πρώτη ημερομηνία αποστολής είτε του μηνύματος στον δηλωθέντα ή καταχωρισθέντα στο Ε.Μ.Επ. κατά τα ανωτέρω αριθμό κινητού τηλεφώνου (sms) του αιτούντος/ωφελούμενου είτε της ειδοποίησης στη δηλωθείσα ή καταχωρισθείσα κατά τα ανωτέρω στο Ε.Μ.Επ. διεύθυνση του ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου (email) ή της ανάρτησής της στην προσωπική θυρίδα του φυσικού προσώπου-χρήστη που τηρείται στην Ενιαία Ψηφιακή Πύλη της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-EΨΠ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του ν. 4727/2020. Αν ο αιτών/ωφελούμενος δεν έχει δηλώσει με την αίτησή του τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του ή δεν την έχει καταχωρίσει στο Ε.Μ.Επ., αρκεί για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου μόνο η ειδοποίηση στον δηλωθέντα ή καταχωρισθέντα στο Ε.Μ.Επ. αριθμό κινητού τηλεφώνου του (sms). Το τεκμήριο νόμιμης κοινοποίησης που προβλέπεται στα δύο προηγούμενα εδάφια, είναι μαχητό και ανατρέπεται, εφόσον ο διοικούμενος αποδείξει ότι δεν έλαβε το μήνυμα (sms) ή την ειδοποίηση (email) στο χρονικό σημείο, από το οποίο εκκινεί η ανωτέρω προθεσμία των δέκα (10) ημερών.
3. Μετά την ειδοποίηση που λαμβάνει σύμφωνα με την παρ. 2, ο αιτών/ωφελούμενος δύναται να προσέρχεται στο Κέντρο Κοινότητας του τόπου κατοικίας του ή στις αρμόδιες υπηρεσίες του οικείου δήμου, αν στον τόπο κατοικίας του δεν λειτουργεί Κέντρο Κοινότητας, και να παραλαμβάνει από εξουσιοδοτημένο χρήστη της οικείας ηλεκτρονικής εφαρμογής την κοινοποιηθείσα πράξη σε έντυπη μορφή.
4. Μέχρι την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 4,
οι κοινοποιήσεις των διοικητικών πράξεων της παρ. 1 διενεργούνται εγγράφως, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 46 του ν. 4520/2018, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά από την αντικατάστασή του με το άρθρο 16 του ν. 4576/2020.

Άρθρο 14
Έναρξη ισχύος

Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.