Στη Λιβαδειά

ΛιβαδειάΜια εξόρμηση πολύ προσιτή, κυρίως από τους κατοίκους του Λεκανοπεδίου
Μια κοντινή μονοήμερη εκδρομή που μπορεί να «γεμίσει» όμορφα όλη σας τη μέρα και όλα αυτά μόνον 130 χλμ. από την Αθήνα, όπου θα πάτε με το αυτοκίνητό σας είτε μέσω Θήβας είτε μέσω Κάστρου – Ορχομενού (από την εθνική οδό στρίβουμε προς Κάστρο μετά την Υλίκη).
Η Λιβαδειά είναι η πρωτεύουσα του νομού Βοιωτίας, γνωστή αρχικά για το «καλύτερο Πάσχα της Ρούμελης» κι ακόμα γνωστότερη στο πανελλήνιο κατά το τελευταίο μισό του 20ού αιώνα για τα σουβλάκια της! Ομως, έχει κι άλλα «προσόντα», όπως ιστορία, αξιοθέατα και υπέροχες «γωνιές». Επίσης είναι μια «τραγουδισμένη πόλη», όπως «Ομορφη που ‘ναι η Λιβαδειά, που βρίσκεται στο ρέμα…». Ακόμα έχει και τον δεύτερο θηλυκό ποταμό της επικρατείας, την Ερκυνα. Ο έτερος θηλυκός ποταμός είναι η Νέδα στα όρια του νομού Μεσσηνίας με τον νομό Ηλείας.
Από την εποχή του Ομήρου
Η Λιβαδειά βρίσκεται στη δυτική άκρη του νομού Βοιωτίας, έχει 200 υψόμετρο και είναι χτισμένη σε μια κόχη του βουνού.
Στην αρχαιότητα υπήρχε μια πόλη εκεί, πάνω σε λόφο με το όνομα Μήδεια κι έτσι αναφέρεται από τον Oμηρο μαζί με τις άλλες βοιωτικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο. Οταν ήρθε από την Αθήνα ο Λέβαδος, έχτισε κοντά μια πόλη στην πεδιάδα που ονομάστηκε Λεβάδεια προς τιμήν του και έπεισε τους κατοίκους της Μήδειας να μετοικήσουν εκεί. Η πόλη είχε μεγάλη φήμη εκείνη την εποχή, που την χρωστούσε στο περίφημο Μαντείο του Τροφωνίου όπου όποιος πήγαινε να ζητήσει χρησμό υποβαλλόταν σε κάποια «ταλαιπωρία». Μεταξύ των άλλων έπινε νερό από την πηγή της Λήθης για να ξεχάσει τα περασμένα και μετά από την πηγή της Μνημοσύνης για να θυμάται εκείνα που θα έβλεπε μέσα στο άντρο του Τροφωνίου.
Το άντρο της Eρκυνας ήταν ένας ναός δαίμονος αγαθού και τύχης ταυτόχρονα. Η πόλη χωριζόταν από το μαντείο με το άλσος και το ποτάμι και ήταν στολισμένη με αγάλματα του Τροφωνίου και του Aσκληπιού, έργα του Πραξιτέλη. Υπήρχαν επίσης ναός της Δήμητρας που επονομαζόταν Ευρώπη, άγαλμα του Διός Υετίου, ένα μυστηριώδες άγαλμα, έργο του Δαιδάλου, που έβλεπαν μόνον όσοι πήγαιναν να πάρουν χρησμό, θρόνος της Μνημοσύνης και ναός της Ηρας.
Ο Φιλόστρατος, επίσης, αναφέρει την ύπαρξη ενός μεγάλου συστήματος σπηλαίων στη Λιβαδειά και λέει για εκείνους που το επισκέπτονται ότι «η γη τους φέρνει και πάλι στην επιφάνεια, σε μερικές περιπτώσεις εκεί κοντά, αλλά σε άλλες περιπτώσεις πολύ μακριά από εκεί…» (εννοώντας ότι υπάρχουν στοές και ανοίγματα όχι μόνο στην περιοχή, αλλά και άλλα που σε βγάζουν πολύ μακριά από εκεί), ένα δίκτυο συνδεόμενων σπηλαίων και μυστικών εισόδων και εξόδων, στοές μεγάλης απόστασης. Μάλιστα, οι αρχαίοι θρύλοι υποστήριζαν ότι όχι μόνον υπήρχαν τέτοιας έκτασης σπηλαιώδεις διάδρομοι, αλλά και ότι οδηγούσαν μέχρι τους Δελφούς κι αυτή ήταν η μυστική «συγγένεια» των δύο μαντείων».
Σήμερα, αυτό που θα δείτε στη Λιβαδειά είναι η υπέροχη βαθύσκιωτη πλατεία της Κρύας, όπου βρίσκονται και οι πηγές της Ερκυνας. Απολαύστε καφέ, τσίπουρο ή και φαγητό υπό τον ήχο των τρεχούμενων νερών. Oσον αφορά το αρχαίο Μαντείο, τείνω να πιστέψω τον «Βοιωτικό Κόσμο» γιατί μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, όλοι οι αρχαίοι ναοί καταστράφηκαν και πάνω τους χτίστηκαν εκκλησίες. Δεν θα με παραξένευε καθόλου αν η είσοδος του Τροφωνίου έχει φραχτεί από κάποια εκκλησία.
Στο Φρούριο
Αλλο αξιοθέατο είναι το Φρούριο της Λιβαδειάς που βρίσκεται στα ΝΑ της πόλης σε ένα λόφο με 400 υψόμετρο περίπου. Φαίνεται πως χτίστηκε την εποχή του Βυζαντίου και μετά συμπληρώθηκε και ενισχύθηκε από τους Φράγκους και τους Καταλανούς. Το 1350, μέσα στο φρούριο φυλασσόταν η κάρα του Αγίου Γεωργίου, ενώ υπήρχε και τάγμα ιπποτών με το όνομά του. Η κάρα μεταφέρθηκε στη Βενετία κατά τον 15ο αιώνα.
Δύο ακόμη εξορμήσεις
Υπάρχουν και δύο μικρές εκδρομές 13 χλμ. εκάστη (με το αυτοκίνητο, βέβαια!) στον Ορχομενό, για να δείτε την αρχαία ακρόπολη και την εκκλησία της Κοιμήσεως, μια σταυρόσχημη βασιλική του 9ου αιώνα. Λέγεται πως υπάρχει υπόγεια σήραγγα από εκεί, που οδηγεί στην ακρόπολη της πόλης. Τέλος, επισκεφθείτε τη Χαιρώνεια, την πατρίδα του Πλουτάρχου, για να δείτε τον περίφημο Λέοντα.

Του Ντινου Κιουση