Τι αλλάζει στην ανακοπή κατά του πλειστηριασμού: Με διάταξη του νόμου 5264/2025, τροποποιείται το άρθρο 933 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αναφέρεται στην ανακοπή κατά του πλειστηριασμού
Η σχετική διάταξη του νόμου 5264/2025 έχει ως εξής:
Νόμος 5264/2025 – ΦΕΚ Τεύχος Α 239/19.12.2025
Νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης, μεταφορά Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και λοιπές διατάξεις.
Άρθρο 113
Ανακοπή κατά του πλειστηριασμού – Τροποποίηση παρ. 1 και 4 άρθρου 933 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Στο άρθρο 933 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί προϋποθέσεων παραδεκτού της ανακοπής κατά της εκτέλεσης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1 προστίθενται τέταρτο και πέμπτο εδάφιο, β) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 προστίθενται οι λέξεις «ή στηρίζονται σε αυτοτελές δικαίωμα που μπορεί να ασκηθεί και με κύρια αγωγή» και το άρθρο 933 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 933
Αναγκαστική εκτέλεση – Άσκηση ανακοπής στην αναγκαστική εκτέλεση – Αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του
1. Αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν στην εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου ή στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή στην απαίτηση, ασκούνται μόνο με ανακοπή, που εισάγεται στο μονομελές πρωτοδικείο. Αν ασκηθούν περισσότερες ανακοπές με χωριστά δικόγραφα, με επιμέλεια της γραμματείας προσδιορίζονται και εκδικάζονται όλες υποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο. Πρόσθετοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από το οποίο συντάσσεται έκθεση, και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση. Η ανακοπή κατά του πλειστηριασμού απευθύνεται, με ποινή απαραδέκτου, κατά του επισπεύδοντος δανειστή και του υπερθεματιστή. Επί κοινής πλειοδοσίας, η ανακοπή ασκείται από όλους και κατά όλων των πλειοδοτών.
2. Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεσή της και η κλήτευση του καθ’ ου η ανακοπή γίνεται είκοσι (20) ημέρες πριν από τη συζήτηση.
3. Αρμόδιο κατά τόπον είναι το δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης, εφόσον μετά την επίδοση της επιταγής ακολούθησαν και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, αλλιώς αρμόδιο είναι το δικαστήριο του άρθρου 584.
4. Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, οι αντιρρήσεις είναι απαράδεκτες στην έκταση που ισχύει το δεδικασμένο σύμφωνα με τα άρθρα 330 και το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 633, αντίστοιχα. Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή πληρωμής, είναι απαράδεκτες αντιρρήσεις που αφορούν στην εγκυρότητά της, όπως και αντιρρήσεις που αφορούν την απαίτηση, εκτός εάν είναι οψιγενείς και δεν μπορούν πλέον να προβληθούν με ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής ή στηρίζονται σε αυτοτελές δικαίωμα που μπορεί να ασκηθεί και με κύρια αγωγή.
5. Οι ισχυρισμοί που αφορούν στην απόσβεση της απαίτησης πρέπει να αποδεικνύονται μόνο με έγγραφα ή με δικαστική ομολογία.
6. Η απόφαση επί της ανακοπής εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από τη συζήτησή της.»
Δημοσιεύτηκε στον Οδηγό του Πολίτη (https://www.odigostoupoliti.eu)
