Παράταση ισχύος των αδειών οπλοφορίας νόμου 2168/1993
για την προστασία προσώπων και την παροχή διαφόρων υπηρεσιών ασφαλείας
Αριθμ. 3009/2/178-στ – ΦΕΚ Τεύχος B’ 3115/15.07.2021
Παράταση ισχύος των αδειών οπλοφορίας της περ. β ́ της παρ. 3 του άρθρου 10 του νόμου 2168/1993.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Η διάρκεια ισχύος των αδειών οπλοφορίας της περ. β ́ της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 (Α ́ 147), οι οποίες έληξαν σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπό στοιχεία 3009/2/178-α/23.12.2020 απόφαση (Β 5784) ή λήγουν μέχρι και την 30.12.2021, σύμφωνα και με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περ. 7 της παρ. 1 του άρθρου 5 της υπό στοιχεία 3009/2/23-α/14.09.1994 απόφασης (Β ́ 696), παρατείνεται μέχρι την 31.12.2021.
«περ. β ́ της παρ. 3 του άρθρου 10 του νόμου 2168/1993 β. Για την προστασία προσώπων, την ασφάλεια δημόσιων καταστημάτων, τραπεζών, μουσείων, μεταφοράς χρημάτων ή αξιών, οικημάτων που έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας, επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας ή προοριζόμενων για εξυπηρέτηση της εθνικής άμυνας ή άλλων μεγάλης αξίας και σπουδαιότητας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων. Στις περιπτώσεις αυτές η άδεια κατοχής χορηγείται στο όνομα εκείνων που νόμιμα εκπροσωπούν τους ανωτέρω φορείς, ενώ η άδεια οπλοφορίας στο όνομα εκείνων στους οποίους ανατίθεται η ασφάλεια των προσώπων, των εγκαταστάσεων, οικημάτων, πολύτιμων αντικειμένων, αξιών και χρηματαποστολών. Στην άδεια οπλοφορίας αναγράφονται οι προϋποθέσεις, με τις οποίες μπορεί ο κάτοχος της να φέρει τα όπλα που διαλαμβάνονται σ’ αυτή.»
Άρθρο 2
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σχετικά: Άδεια οπλοφορίας για ατομική ασφάλεια
Άρθρο 10 του νόμου 2168/1993
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 9, απαγορεύεται να φέρονται όπλα ή άλλα είδη που προβλέπονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου.
2. Για την οπλοκατοχή και την οπλοφορία αυτών που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις, στην ελληνική αστυνομία, στο πυροσβεστικό και λιμενικό σώμα, στην τελωνειακή υπηρεσία και σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, εφαρμόζονται οι ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις. Εφόσον δεν υφίστανται τέτοιες διατάξεις, με κοινή απόφαση του οικείου υπουργού και του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, καθορίζονται οι περιπτώσεις, οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτομέρειες, με τις οποίες είναι δυνατή, κατ’ εξαίρεση από τη γενική απαγόρευση, η οπλοφορία του προσωπικού κάθε υπουργείου.
3. Έλληνες πολίτες, που έχουν συμπληρώσει το 18 έτος της ηλικίας τους δύνανται να οπλοφορούν, μετά από άδεια της αρμόδιας αστυνομικής αρχής του τόπου κατοικίας ή διαμονής τους. στις εξής περιπτώσεις:
α. Για ατομική τους ασφάλεια, μετά από γνώμη του αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών, εφόσον συντρέχουν ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι.
β. Για την προστασία προσώπων, την ασφάλεια δημόσιων καταστημάτων, τραπεζών, μουσείων, μεταφοράς χρημάτων ή αξιών, οικημάτων που έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας, επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας ή προοριζόμενων για εξυπηρέτηση της εθνικής άμυνας ή άλλων μεγάλης αξίας και σπουδαιότητας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων. Στις περιπτώσεις αυτές η άδεια κατοχής χορηγείται στο όνομα εκείνων που νόμιμα εκπροσωπούν τους ανωτέρω φορείς, ενώ η άδεια οπλοφορίας στο όνομα εκείνων στους οποίους ανατίθεται η ασφάλεια των προσώπων, των εγκαταστάσεων, οικημάτων, πολύτιμων αντικειμένων, αξιών και χρηματαποστολών. Στην άδεια οπλοφορίας αναγράφονται οι προϋποθέσεις, με τις οποίες μπορεί ο κάτοχος της να φέρει τα όπλα που διαλαμβάνονται σ’ αυτή.
4. Με τις καθοριζόμενες στην παρ. 3 προϋποθέσεις, δύναται η αρμόδια αστυνομική αρχή να χορηγεί άδεια οπλοφορίας και σε υπηκόους κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, οι οποίοι κατοικούν ή διαμένουν προσωρινά στην Ελλάδα. Με τις ίδιες προϋποθέσεις και με τους όρους της αμοιβαιότητας, είναι δυνατό σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιτραπεί η οπλοφορία και σε άλλους αλλοδαπούς, οι οποίοι κατοικούν στην Ελλάδα.
5. Κατ’ εξαίρεση και με τον όρο της αμοιβαιότητας, μετά από άδεια που χορηγείται από την αρμόδια αστυνομική αρχή, ύστερα από αίτηση αλλοδαπής αρχής και γνώμη του Υπουργείου Εξωτερικών, επιτρέπεται η οπλοφορία διπλωματικών υπαλλήλων, στρατιωτικών ακολούθων ή αστυνομικών ξένων χωρών, οι οποίοι υπηρετούν στις πρεσβείες ή προξενεία των χωρών τους στην Ελλάδα ή συνοδεύουν επίσημα πρόσωπα ή έρχονται στην Ελλάδα για παραλαβή διωκόμενων ατόμων των οποίων έχει αποφασισθεί η έκδοση.
6. Οι προβλεπόμενες από τις παραγράφους 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου άδειες οπλοφορίας χορηγούνται μόνο για περίστροφα ή πιστόλια. Στις περιπτώσεις του εδαφίου β’ της παρ. 3, πλην της περιπτώσεως οπλοφορίας για προστασία προσώπων, είναι δυνατόν να επιτραπεί η οπλοφορία και με αυτόματα ή άλλα πυροβόλα όπλα, εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι ασφάλειας, σύμφωνα με όσα ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
7. Άδεια οπλοφορίας χορηγείται επίσης για άσκηση στη σκοποβολή, με τα όπλα που κάθε Φορά επιτρέπονται νι αυτόν το σκοπό. Οι άδειες αυτές χορηγούνται οπό την αρμόδια αστυνομική αρχή στο όνομα μελών αναγνωρισμένων αθλητικών σωματείων, πού επιδιώκουν την προαγωγή του αθλήματος της σκοποβολής. Ο κάτοχος τέτοιας άδειας επιτρέπεται να οπλοφορεί μέσα στους χώρους άσκησης, κατά τη μετάβαση στο χώρο αυτόν και επιστροφή, καθώς και από τόπο σε τόπο, προς συμμετοχή σε επίσημους αγώνες σκοποβολής. Τα όπλα μεταφέρονται κενά, τοποθετημένα σε ειδικές οπλοθήκες. Η άσκηση των ανήλικων γίνεται με την εποπτεία των υπευθύνων των σκοπευτηρίων ή αθλητικών σωματείων.
Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Πολιτισμού και Δημόσιας Τάξης.
8. Με τη λήξη της ισχύος της άδειας, που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 9 και των παραγράφων 3, 4, 5, 6 και 7 του παρόντος ή με την ανάκλησή της, αφαιρείται από την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή το όπλο και τα φυσίγγια. Τα όπλα και φυσίγγια κρατούνται από την αστυνομική ή λιμενική αρχή που τα αφαίρεσε μέχρι δύο (2) χρόνια. Αν στο διάστημα της διετίας χορηγηθεί στον ενδιαφερόμενο νέα άδεια ή ανανεωθεί η αρχική, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου αυτού, τα ανωτέρω είδη επιστρέφονται. Με άδεια των αστυνομικών αρχών επιτρέπεται η πώληση ή διάθεσή τους από τους ιδιοκτήτες τους κατά το διάστημα της διετίας ή πριν από τη λήξη ή ανάκληση της άδειας, σε εμπόρους ή άτομα που έχουν άδεια της αστυνομικής αρχής για την αγορά τους. Σε περίπτωση που δεν πωληθούν ή διατεθούν τα όπλα και τα φυσίγγια ή δεν χορηγηθεί νέα άδεια ή δεν ανανεωθεί η αρχική, τα όπλα και τα φυσίγγια μετά την παρέλευση διετίας κατάσχονται και περιέρχονται αυτοδικαίως στο Δημόσιο, εγγραφόμενα με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης ή Εμπορικής Ναυτιλίας στο υλικό της ελληνικής αστυνομίας ή του λιμενικού σώματος αντίστοιχα.
9. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης καθορίζεται η διαδικασία για τη χορήγηση των αδειών οπλοφορίας και κατοχής όπλου, ο τρόπος ανάκλησης τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
10. α. Άδεια θήρας χορηγείται από τις αρμόδιες δασικές αρχές μόνο σε άτομα που είναι εφοδιασμένα με άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου ή βεβαίωση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής άτι πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειος κατοχής κυνηγετικού όπλου. Για την έκδοση της βεβαίωσης αυτής υποβάλλονται τα δικαιολογητικά που προβλέπονται για τη χορήγηση άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου.
β. Η οπλοφορία με κυνηγετικά όπλα απαγορεύεται, εκτός των περιπτώσεων της χρήσης για άσκηση θήρας ή σκοποβολής και της μετάβασης και επιστροφής στους χώρους αυτούς. Στις περιπτώσεις αυτές κατά τη διέλευση από κατοικημένες περιοχές τα όπλα πρέπει να φέρονται κενά εντός θήκης.
11. Απαγορεύεται να φέρουν αεροβόλα όπλα και τυφέκια αλιείας άτομο που δεν συμπλήρωσαν το 18ο και 16ο έτος της ηλικίας τους, αντίστοιχα. Η μεταφορά αυτών επιτρέπεται μόνο από τον τόπο κατοικίας στο χώρο άσκησης στη σκοποβολή και αλιεία και αντίστροφα. Η χρήση των όπλων αυτών έξω από τους ειδικούς χώρους που προορίζονται για την άσκηση στη σκοποβολή ή την αλιεία απαγορεύεται.
12. Δεν επιτρέπεται σε όσους οπλοφορούν νόμιμα να φέρουν τα όπλα τους σε ελεγχόμενους κατά τον κανονισμό της Πολιτικής Αεροπορίας χώρους των αεροδρομίων, εκτός των αστυνομικών και τελωνειακών υπαλλήλων «ατά το χρόνο εκτέλεσης της υπηρεσίας τους στους χώρους αυτούς,
13. α. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στις παραγράφους 1, πλην της περίπτ. γ’, και 3 περίπτ. α’ και δ’ του άρθρου 1 του παρόντος, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση και διπλασιάζονται τα κατώτερα όρια ποινών, όταν τα ανωτέρω είδη φέρονται σε συνελεύσεις, πανηγύρεις, δημόσιες συναθροίσεις, κέντρα διασκέδασης ή παιγνίων, καταστήματα πώλησης οινοπνευματωδών ποτών ή εντός μεταφορικών μέσων δημόσιας μεταφοράς προσώπων ή εντός ή πλησίον ελεγχόμενων χώρων αεροδρομίων.
β. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στις παρ. 1 περίπτ. γ’, 2 και 3 περιπτ. β’, γ’ και ε’ του άρθρου 1 του παρόντος ή παραβαίνει τις διατάξεις των παραγράφων 11 και 12 του παρόντος όρθρου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή