Καταβολή ΦΠΑ κατά τον χρόνο της είσπραξης της αντιπαροχής

Αριθμ. ΠΟΛ. 1214 – ΦΕΚ Β 2601 – 30.09.2014

Ειδικό καθεστώς καταβολής ΦΠΑ κατά τον χρόνο της είσπραξης σύμφωνα με το άρθρο 39.β του Κώδικα ΦΠΑ.

Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
αποφασίζουμε:

Καθορίζονται οι προϋποθέσεις καθώς και τα λοιπά θέματα εφαρμογής του προαιρετικού καθεστώτος καταβολής ΦΠΑ κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής.

Άρθρο 1
Όριο κύκλου εργασιών για την επιλογή ένταξης στο ειδικό καθεστώς
1. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 39.β, δικαίωμα επιλογής ένταξης στο ειδικό καθεστώς έχουν οι υποκείμενοι στο φόρο, των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, με την προϋπόθεση ότι και κατά την τρέχουσα διαχειριστική περίοδο μέχρι την άσκηση της επιλογής δεν έχουν υπερβεί το ανωτέρω όριο.

Για τους υποκείμενους των οποίων η προηγούμενη διαχειριστική περίοδος είναι μικρότερη των δώδεκα (12) μηνών, ο ετήσιος κύκλος εργασιών υπολογίζεται με αναγωγή του πραγματοποιηθέντος κύκλου εργασιών σε δωδεκάμηνη περίοδο.

2. Για υποκείμενους στο φόρο που κάνουν έναρξη εντός της διαχειριστικής περιόδου, λαμβάνεται υπόψη ο εκτιμώμενος κύκλος εργασιών που θα επιτευχθεί εντός της περιόδου αυτής.

Άρθρο 2
Τρόπος ένταξης στο ειδικό καθεστώς
1. Για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς απαιτείται η υποβολή δήλωσης, σύμφωνα με το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι.Α της παρούσας.

2. Η ανωτέρω δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος TAXISNET σε ειδική για τον σκοπό αυτό εφαρμογή, πριν από τη φορολογική περίοδο, από την έναρξη της οποίας ζητείται η ένταξη στο ειδικό καθεστώς.

3. Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος, η δήλωση ένταξης στο καθεστώς γίνεται δεκτή έως 20.10.2014 και η ένταξη ισχύει από 1.10.2014. Στην περίπτωση αυτή ο υποκείμενος στο φόρο, που έχει ήδη εκδώσει φορολογικά στοιχεία χωρίς την ένδειξη που αναφέρεται στην περίπτωση β) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 υποχρεούται να ενημερώσει τους πελάτες του ότι έχει ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς από 1.10.2014.

Άρθρο 3
Υποχρεώσεις ειδικού καθεστώτος
1. Οι υποκείμενοι που επιλέγουν να ενταχθούν στο ειδικό καθεστώς υποχρεούνται:

α) Να τηρούν αρχείο εισπράξεων/πληρωμών, στο οποίο θα καταχωρούνται όλες οι εισπράξεις που πραγματοποιούν από τους πελάτες τους, για συναλλαγές που εμπίπτουν στο ειδικό καθεστώς, καθώς και όλες οι πληρωμές που αυτοί πραγματοποιούν προς τους προμηθευτές τους. Το εν λόγω αρχείο τηρείται με κάθε πρόσφορο τρόπο, με την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω εισπράξεις και πληρωμές αποδεικνύονται δεόντως.

β) Να αναγράφουν στα φορολογικά στοιχεία που εκδίδουν την ένδειξη «Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής – άρθρο 226.7.α. Οδηγίας 2006/112/ΕΚ – άρθρο 39.β Κώδικα ΦΠΑ».

γ) Να ενημερώνουν τη φορολογική διοίκηση για τις εισπράξεις/πληρωμές που πραγματοποίησαν, με την υποβολή των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων του άρθρου 14 παράγραφοι 3 και 4 Ν. 4174/2013, σύμφωνα με την απόφαση του Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ 1022/2014 και τα οριζόμενα στο άρθρο 7 της παρούσας.

2. Οι υποκείμενοι στο φόρο που δεν εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς, στην περίπτωση που είναι λήπτες φορολογητέων πράξεων από υποκείμενους στο φόρο που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς, υποχρεούνται στην τήρηση αρχείου πληρωμών και την ενημέρωση της φορολογικής διοίκησης, για τις εν λόγω πράξεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α) και
γ) της παραγράφου 1.

Άρθρο 4
Απαιτητό του φόρου και έκπτωση του φόρου εισροών για συναλλαγές που διενεργούνται στα πλαίσια του ειδικού καθεστώτος
1. Για τις πράξεις που πραγματοποιούνται από υποκείμενους ενταγμένους στο ειδικό καθεστώς ο φόρος καθίσταται απαιτητός τον χρόνο, κατά τον οποίο εισπράττεται η αντιπαροχή. Για την εφαρμογή του καθεστώτος ως είσπραξη νοούνται όλοι οι τρόποι πληρωμής (μετρητά, επιταγές, ταχυδρομικές επιταγές, εμβάσματα, πιστωτικές κάρτες, συμψηφισμός ή εκχώρηση απαιτήσεων, πληρωμές σε είδος, πάγιες εντολές, κ.λπ.), με την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται επαρκώς η πραγματοποίησή τους.

2. Στην περίπτωση είσπραξης προκαταβολής πριν την πραγματοποίηση φορολογητέας συναλλαγής ο φόρος καθίσταται απαιτητός τον χρόνο κατά τον οποίο εισπράττεται η προκαταβολή. Κατά τον ίδιο χρόνο υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του ειδικού στοιχείου προκαταβολής που προβλέπεται στο άρθρο 6 της παρούσας.

3. Στην περίπτωση εξόφλησης με επιταγή ο φόρος καθίσταται απαιτητός τον χρόνο κατά τον οποίο λαμβάνεται η επιταγή. Σε περίπτωση μη είσπραξης της επιταγής, η φορολογητέα αξία μειώνεται κατά το χρόνο που σφραγίστηκε η επιταγή.

4. Κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο υφίσταται και το δικαίωμα έκπτωσης για συναλλαγές που εμπίπτουν στο ειδικό καθεστώς, τόσο για τον υποκείμενο που εντάσσεται στο ειδικό καθεστώς για τις συναλλαγές που λαμβάνει από άλλους υποκείμενους στο φόρο, όσο και για τον υποκείμενο που δεν εντάσσεται στο ειδικό καθεστώς για τις συναλλαγές που λαμβάνει από υποκείμενους στο φόρο που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς.

5. Ως χρόνος πραγματοποίησης της είσπραξης ή πληρωμής, θεωρείται η ημερομηνία που φέρει το παραστατικό είσπραξης ή πληρωμής ή σε περίπτωση μη ύπαρξης παραστατικού, η ημερομηνία πίστωσης της είσπραξης ή πληρωμής στα βιβλία των συμβαλλομένων, η οποία πρέπει να είναι ταυτόσημη και για τους δύο συμβαλλόμενους.

6. Στην περίπτωση που από τα στοιχεία της είσπραξης/πληρωμής δεν πιστοποιούνται με σαφήνεια τα φορολογικά στοιχεία που αφορά, θεωρείται ότι εξοφλούνται τα αρχαιότερα ανεξόφλητα φορολογικά στοιχεία.

7. Σε περίπτωση μερικής εξόφλησης φορολογικών στοιχείων, τα οποία περιλαμβάνουν περισσότερους από έναν συντελεστές ΦΠΑ, το ποσό της πληρωμής εξοφλεί κατά προτεραιότητα το μέρος του τιμολογίου που αφορά στην αξία και στον φόρο του μεγαλύτερου συντελεστή.

Άρθρο 5
Έξοδος από το ειδικό καθεστώς
1. Η έξοδος από το ειδικό καθεστώς πραγματοποιείται στις εξής περιπτώσεις:
α) Ο υποκείμενος στο φόρο επιλέγει την έξοδό του από το ειδικό καθεστώς, με υποβολή δήλωσης, σύμφωνα με το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι.Β της παρούσας. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος TAXISNET σε ειδική για τον σκοπό αυτό εφαρμογή, πριν από τη διαχειριστική περίοδο από την έναρξη της οποίας ζητείται η έξοδος από το ειδικό καθεστώς, με την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση έχει παραμείνει στο ειδικό καθεστώς τουλάχιστον για μία ολόκληρη διαχειριστική περίοδο.

β) Εφόσον σε μια διαχειριστική περίοδο πραγματοποιηθεί υπέρβαση του προβλεπόμενου ορίου των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή η ένταξη στο κανονικό καθεστώς είναι υποχρεωτική από την έναρξη της επόμενης διαχειριστικής περιόδου. Ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να υποβάλλει ηλεκτρονικά στην ειδική εφαρμογή του TAXISNET, τη δήλωση που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι.Β της παρούσας, μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, κατά την οποία πραγματοποιείται η υπέρβαση του ορίου.

γ) Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώσει ότι ο ενταγμένος στο ειδικό καθεστώς υποκείμενος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ένταξή του στο καθεστώς αυτό, ή έχει υποπέσει σε παραβάσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 39.β του Κώδικα ΦΠΑ. Στην περίπτωση αυτή η ένταξη στο κανονικό καθεστώς ισχύει από τη φορολογική περίοδο που ακολουθεί την αποστολή στον υποκείμενο σχετικής ενημέρωσης από τη φορολογική διοίκηση, με την οποία αιτιολογείται η υποχρέωση ένταξης στο κανονικό καθεστώς.

2. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις οι υποκείμενοι που απεντάσσονται από το ειδικό καθεστώς, υποχρεούνται, με την δήλωση ΦΠΑ της τελευταίας πριν την έξοδό τους από το ειδικό καθεστώς φορολογικής περιόδου, να καταβάλλουν τον φόρο για όλα τα ανεξόφλητα φορολογικά στοιχεία. Με την ίδια δήλωση ασκείται και το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών που αφορά ανεξόφλητα φορολογικά στοιχεία που έχουν ληφθεί από προμηθευτές, οι οποίοι δεν είναι ενταγμένοι στο ειδικό καθεστώς. Κατά τον ίδιο χρόνο ασκείται το δικαίωμα έκπτωσης των υποκειμένων πελατών των ανωτέρω προσώπων για ανεξόφλητα φορολογικά στοιχεία που έχουν λάβει από τα πρόσωπα αυτά.

Άρθρο 6
Ειδικό στοιχείο προκαταβολής στα πλαίσια του ειδικού καθεστώτος
1. Στις περιπτώσεις είσπραξης προκαταβολής στα πλαίσια συναλλαγών του ειδικού καθεστώτος, εκδίδεται ειδικό στοιχείο προκαταβολής. Το ειδικό στοιχείο επέχει θέση τιμολογίου και αποτελεί το αποδεικτικό έγγραφο πραγματοποίησης της πληρωμής πριν την πραγματοποίηση της συναλλαγής.

2. Το ειδικό στοιχείο που φέρει τον τίτλο “Ειδικό στοιχείο προκαταβολής για σκοπούς του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ του άρθρ. 39β εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της προκαταβολής. Το ίδιο στοιχείο, με αρνητικό πρόσημο, εκδίδεται και στην περίπτωση επιστροφής της προκαταβολής ή μέρους αυτής.

3. Στο οριστικό φορολογικό στοιχείο, που εκδίδεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, αναγράφεται η συνολική αξία της συναλλαγής και επιπρόσθετη ανάλυση όσον αφορά την αξία του ειδικού στοιχείου καθώς και την τυχόν διαφορά που προκύπτει. Στην περίπτωση αυτή, επί του ποσού της διαφοράς και μόνο γεννάται υποχρέωση απόδοσης φόρου καθώς και αντίστοιχο δικαίωμα έκπτωσης, κατά το χρόνο εξόφλησης.

4. Το ποσό της προκαταβολής θα καταχωρείται τόσο στο αρχείο πληρωμών όσο και στις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων σύμφωνα με την ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ 1022/2014.

Άρθρο 7
Ενημέρωση Φορολογικής Διοίκησης με στοιχεία εισπράξεων/πληρωμών στα πλαίσια του ειδικού καθεστώτος
1. Οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς, καθώς και οι μη ενταγμένοι στο ειδικό καθεστώς υποκείμενοι πελάτες των προσώπων αυτών, υποχρεούνται κατά την υποβολή των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων σύμφωνα με την απόφαση Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ 1022/2014, να καταχωρούν επιπλέον και τα εξής στοιχεία:

α) Οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς:
i. Στις καταστάσεις πελατών, τις συνολικές εισπράξεις που έλαβαν, ανά ΑΦΜ πελάτη, με διάκριση της καθαρής φορολογητέας αξίας και του αναλογούντος ΦΠΑ.
ii. Στις καταστάσεις προμηθευτών, τις συνολικές πληρωμές που πραγματοποίησαν, ανά ΑΦΜ προμηθευτή, με διάκριση της καθαρής φορολογητέας αξίας και του αναλογούντος ΦΠΑ.

β) Οι υποκείμενοι που δεν είναι ενταγμένοι στο ειδικό καθεστώς αλλά είναι λήπτες φορολογητέων πράξεων από ενταγμένους στο ειδικό καθεστώς προμηθευτές, στις καταστάσεις προμηθευτών, ανά ΑΦΜ προμηθευτή, τις συνολικές πληρωμές προς τους εν λόγω προμηθευτές, με διάκριση της καθαρής φορολογητέας αξίας και του αναλογούντος ΦΠΑ.

Άρθρο 8
Ενέργειες φορολογικής διοίκησης Η Φορολογική Διοίκηση:
α) Στην περίπτωση δήλωσης ένταξης στο ειδικό καθεστώς, διαπιστώνει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το νόμο και ενημερώνει ηλεκτρονικά άμεσα τον φορολογούμενο για την αποδοχή της δήλωσης ένταξης. Σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις, ενημερώνει ηλεκτρονικά άμεσα τον φορολογούμενο για την απόρριψη του αιτήματος ένταξης, αιτιολογώντας την απόφαση αυτή.

β) Στην περίπτωση οικειοθελούς εξόδου από το ειδικό καθεστώς, διαπιστώνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται για το σκοπό αυτό από το άρθρο 39.β και σε αντίθετη περίπτωση ενημερώνει άμεσα τον υποκείμενο ότι το αίτημά του δεν γίνεται αποδεκτό.

γ) Διαπιστώνει την υπέρβαση του ορίου κύκλου εργασιών που προβλέπεται στο άρθρο 1, και απεντάσσει τον υποκείμενο στο φόρο από το ειδικό καθεστώς, ακόμη και στην περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί η δήλωση του προβλέπεται στο άρθρο 5.1.β) ενημερώνοντας άμεσα τον υποκείμενο στο φόρο.

Εάν η διαπίστωση γίνει εντός της διαχειριστικής περιόδου στην οποία πραγματοποιήθηκε η υπέρβαση η ένταξη στο κανονικό καθεστώς ισχύει από την επόμενη διαχειριστική περίοδο. Εάν όμως η διαπίστωση από την Φορολογική Διοίκηση γίνει την επόμενη διαχειριστική περίοδο από αυτή εντός της οποίας ξεπεράστηκε το όριο, η ένταξη στο κανονικό καθεστώς ισχύει από τη φορολογική περίοδο που έπεται της ανωτέρω ενημέρωσης.

δ) Σε περίπτωση διαπίστωσης μη πλήρωσης των προϋποθέσεων παραμονής στο ειδικό καθεστώς, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 39.β απεντάσσει τον υποκείμενο στο φόρο από το ειδικό καθεστώς, ενημερώνοντας άμεσα τον υποκείμενο στο φόρο.

Στην περίπτωση αυτή η ένταξη στο κανονικό καθεστώς ισχύει από τη φορολογική περίοδο που έπεται της ανωτέρω ενημέρωσης.

ε) Διαθέτει εφαρμογή μέσω του συστήματος TAXISΝΕΤ στην οποία οι ενδιαφερόμενοι πιθανοί συναλλασσόμενοι θα μπορούν να επιβεβαιώσουν ότι συγκεκριμένο ΑΦΜ είναι ενταγμένο στο ειδικό καθεστώς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Α. ΔΗΛΩΣΗ ΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 39.β του Κώδικα ΦΠΑ
Με την παρούσα δηλώνω υπεύθυνα ότι πληρώ τις προϋποθέσεις και επιθυμώ την ένταξή μου στο ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά την είσπραξη, σύμφωνα με το άρθρο 39.β του Κώδικα ΦΠΑ.
1. Ονοματεπώνυμο/Επωνυμία:
2. ΑΦΜ:
3. Ημερομηνία Έναρξης Εργασιών:
4. Ημερομηνία Δήλωσης:
5. Ημερομηνία ένταξης στο ειδικό καθεστώς:
6. Ετήσιος κύκλος προηγούμενης διαχ/κής περιόδου (σε ευρώ):
7. Κύκλος εργασιών τρέχουσας διαχ/κής περιόδου μέχρι την ημερομηνία ένταξης (σε ευρώ):
8. Εκτιμώμενος κύκλος εργασιών τρέχουσας διαχ/κής περιόδου (συμπληρώνεται μόνο από νέες επιχειρήσεις):

Β. ΔΗΛΩΣΗ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 39.β του Κώδικα ΦΠΑ
Με την παρούσα δηλώνω ότι (επιλέξτε με (Χ) [α] ή [β] κατωτέρω):

α) επιθυμώ την έξοδό μου από το ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά την είσπραξη, σύμφωνα με το άρθρο 39.β του Κώδικα ΦΠΑ

β) δεν πληρώ τις προϋποθέσεις παραμονής στο ειδικό καθεστώς, λόγω υπέρβασης του προβλεπόμενου ορίου ακαθαρίστων εσόδων.
1. Ονοματεπώνυμο/Επωνυμία:
2. ΑΦΜ:
3. Ημερομηνία ένταξης στο ειδικό καθεστώς:
4. Ημερομηνία Δήλωσης απένταξης:
5. Ημερομηνία εξόδου από το καθεστώς:

Άρθρο 9
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 30 Σεπτεμβρίου 2014
Η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ

——

Διατάξεις: (Έχοντας υπόψη)
1. Τις διατάξεις του άρθρου 39.β του Κώδικα ΦΠΑ (Ν. 2859/2000 ΦΕΚ 248 Α), όπως προστέθηκε με το άρθρο 185 του Ν. 4261/2014 (ΦΕΚ 107 Α).
2. Τις διατάξεις της απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ 1022/2014 (ΦΕΚ 179 Β), όπως ισχύει.
3. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε2 της παρ. Ε του πρώτου άρθρου του Ν. 4093/2012 περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Α 222) όπως ισχύει.
4. Την υπ’ αριθμ. 20/25.6.2014 (Υ.Ο.Δ.Δ. 360) πράξη Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».
5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,