Λειτουργία Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας

Κανονισμός Λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας (Αριθμ. Φ. 10/24727/2017 – ΦΕΚ Τεύχος Β 2065/15.06.2017)

Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
αποφασίζουμε:

Τη θέσπιση Κανονισμού Λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας.
Κανονισμός λειτουργίας στο Συνήγορο του Πολίτη του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας (ν. 4443/2016, Μέρος Δ΄)

Ι. Γενικά
1. Ο Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας (Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.) αποτελεί ειδική αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη και ασκείται στο πλαίσιο που ορίζεται από το ν. 4443/2016 (Μέρος Δ’, άρθρα 56-58 και 77). Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. εντάσσεται λειτουργικά και οργανωτικά στο Συνήγορο του Πολίτη.

2. Η εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. μπορεί να ανατίθεται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη σε Βοηθό Συνήγορο, ο οποίος επικουρείται από ειδική ομάδα («ομάδα Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.») συγκροτούμενη από μέλη του επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού της Αρχής, που ορίζονται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη.

3. Ο Συνήγορος του Πολίτη συντάσσει κάθε χρόνο γενικό πρόγραμμα δράσης (action plan) του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, το οποίο περιλαμβάνει, ενδεικτικά, δράσεις ενημέρωσης και επικοινωνίας για την εν λόγω ειδική αρμοδιότητα, επισκέψεις στις ελεγχόμενες Υπηρεσίες, καθώς και σε χώρους κράτησης, που υπάγονται στην αρμοδιότητά του.

4. Για τις ανάγκες του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. τηρείται Ειδική Βάση Δεδομένων, που αποτελεί παράρτημα του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, η πρόσβαση στην οποία παρέχεται στον Συνήγορο, στον αρμόδιο Βοηθό Συνήγορο και στα μέλη της ομάδας του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

II. Έναρξη διαδικασίας έρευνας από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

5. Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. επιλαμβάνεται υποθέσεων αυτεπάγγελτα, κατόπιν καταγγελίας ή κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα.
6.α. Στο Γραφείο Υποδοχής του Συνηγόρου του Πολίτη γίνονται δεκτές καταγγελίες για περιστατικά αυθαιρεσίας, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω πληρεξουσίου. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και έγγραφες και μπορούν να στρέφονται και κατ’ αγνώστων. Σε περίπτωση προφορικής ή ανώνυμης καταγγελίας ισχύουν όσα αναφέρονται στη συνέχεια.
β. Από το Γραφείο Υποδοχής Κοινού παρέχονται γενικές πληροφορίες για τη λειτουργία του Μηχανισμού, γίνεται ταυτοποίηση του καταγγέλλοντος ή του πληρεξούσιού του και ελέγχονται τα τυπικά στοιχεία της καταγγελίας. Ο καταγγέλλων μπορεί να προσέρχεται με δικηγόρο ή διερμηνέα. Αν δεν γνωρίζει ελληνικά και προσέλθει χωρίς διερμηνέα, χρέη διερμηνέα μπορεί να τελέσει μέλος του προσωπικού του Συνηγόρου του Πολίτη με επαρκή γνώση της ξένης γλώσσας, στην οποία θα γίνει η επικοινωνία. Εφόσον ο καταγγέλλων το ζητήσει εγγράφως, γίνεται επισήμανση για τη διατήρηση της ανωνυμίας του. Στην περίπτωση αυτή του γνωστοποιείται ότι θα ενημερωθεί εάν τυχόν δεν είναι δυνατή η διερεύνηση του περιστατικού χωρίς την αποκάλυψη των στοιχείων της ταυτότητάς του.
7. α. Οι έγγραφες επώνυμες καταγγελίες καταχωρούνται στην Ειδική Βάση Δεδομένων και λαμβάνουν αριθμό πρωτοκόλλου.
Η προφορική επώνυμη καταγγελία, εφόσον ο καταγγελλων δηλώσει ότι αδυνατεί να συντάξει έγγραφο, μπορεί να γίνει ενώπιον του Ειδικού Επιστήμονα του Συνηγόρου του Πολίτη που στελεχώνει το Γραφείο Υποδοχής Κοινού, εφόσον ο τελευταίος κρίνει ότι συντρέχουν οι λόγοι που επικαλείται ο καταγγελλων. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, μπορεί να κληθεί μέλος της Ομάδας Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Η συνεργασία του καταγγελλοντος με τον Ειδικό Επιστήμονα μπορεί, εφόσον κριθεί σκόπιμο, να γίνει σε χώρο, όπου θα διασφαλίζεται η εχεμύθεια και η ανωνυμία του πρώτου.
Ο ΕΕ συντάσσει την καταγγελία και επιπλέον έκθεση, στην οποία αναφέρεται ο λόγος, για τον οποίο ο καταγγελλων αδυνατεί να γράψει την καταγγελία του. Η έκθεση αυτή υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον ΕΕ που τη συνέταξε, εφόσον ο ΕΕ διαπιστώσει ότι ο καταγγελλων έχει κατανοήσει πλήρως το περιεχόμενο της καταγγελίας του και τις έννομες συνέπειες που αυτή επιφέρει. Στη συνέχεια τη καταγγελία, αφού υπογραφεί από τον καταγγέλλοντα, καταχωρείται στη φάση δεδομένων και προωθείται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.
β. Οι ανώνυμες καταγγελίες, που λαμβάνονται με οποιονδήποτε τρόπο (αυτοπροσώπως, ταχυδρομικά, με τηλεομοιοτυπία ή με διαδικασία ηλεκτρονικής αποστολής/web), ανεξάρτητα από το εάν περιέχουν επαρκή στοιχεία για τη διερεύνηση τους, πρωτοκολλούνται και προωθούνται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. με επισήμανση σχετικά με την ανωνυμία τους. Αν η ανώνυμη καταγγελία υποβάλλεται στο Γραφείο Υποδοχής Κοινού αυτοπροσώπως, παραλαμβάνεται, πρωτοκολλείται και ο καταγγέλλων ενημερώνεται ότι η εξέτασή της θα εκτιμηθεί για τυχόν αυτεπάγγελτη παρέμβαση.
8. Οι καταγγελίες που λαμβάνονται από το Συνήγορο του Πολίτη κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα, διαβιβάζονται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. προς αξιολόγηση.

III. – Επεξεργασία καταγγελιών
9. Αφού η καταγγελία καταχωρηθεί σε ειδική βάση δεδομένων και σε εύλογο χρονικό διάστημα, ο Συνήγορος του Πολίτη την αξιολογεί και, εφόσον εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. αποφασίζεται η περαιτέρω επεξεργασία της, μέσα σε 10 μέρες, με έναν από τους εξής τρόπους:
i) Διερεύνηση από τον Συνήγορο του Πολίτη.
ii) Προώθηση στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο και παρακολούθηση.
iii) Θέση στο Αρχείο.
10. Διερεύνηση από τον ΣτΠ
α. Ο ΣτΠ αποφασίζει τη διερεύνηση μιας καταγγελίας ή περιστατικού, ιδίως όταν κρίνεται ότι ενδείκνυται για την εκπλήρωση της αποστολής του λόγω της βαρύτητας της καταγγελλόμενης πράξης, της βαρύτητας της προσβολής σε συνάρτηση με την ευαλωτότητα των παθόντων, του ενδεχομένου τυχόν συστηματικών συμπεριφορών αυθαιρεσίας κ.α. Εφόσον κριθεί σκόπιμο να διερευνήσει την υπόθεση ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, ενημερώνεται εγγράφως το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για το γεγονός ότι διεξάγεται έρευνα, ώστε να ανασταλεί η τυχόν έκδοση πειθαρχικής απόφασης μέχρι την παρέλευση τριών μηνών, εάν δεν παραταθεί κατά παρέκκλιση για άλλους τρεις μήνες. Με το ίδιο έγγραφο ζητείται η διακρίβωση των ακριβών στοιχείων του καταγγελλόμενου και ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ζητά να ενημερωθεί για το εάν η υπόθεση διερευνάται ήδη πειθαρχικά και εάν ναι, αν έχουν επιβληθεί διοικητικά μέτρα σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου. Εάν έχει σχηματιστεί πειθαρχική δικογραφία, ο Συνήγορος ζητά αντίγραφα των στοιχείων του φακέλου σε κάθε στάδιο αυτής.
β. Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ερευνά την υπόθεση με βάση τη γενική διαδικασία έρευνας του ν. 3094/2003 και του παρόντος κανονισμού.
Πριν από τη σύνταξη του πορίσματος, καλείται εγγράφως ο ελεγχόμενος να λάβει γνώση των στοιχείων της έρευνας και να εκθέσει τις απόψεις του (άρ. 20 παρ. 2Σ), μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Στο σχετικό έγγραφο πρέπει να περιγράφεται λεπτομερώς η πράξη, για την οποία καλείται να εξετασθεί, καθώς και η ακολουθούμενη διαδικασία (αρ. 56επ. ν. 4443/2016). Ο ελεγχόμενος εκθέτει τις απόψεις του προφορικά και απαντά σε ερωτήσεις των εκπροσώπων του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α., οι οποίοι ορίστηκαν για το σκοπό αυτό. Για την κατάθεσή του αυτή συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτόν και τους εκπροσώπους του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Ο ελεγχόμενος μπορεί να υποβάλει υπόμνημα, επί του οποίου είναι δυνατό να του τεθούν διευκρινιστικές ερωτήσεις. Στη διαδικασία αυτή ο ελεγχόμενος μπορεί να παρίσταται με δικηγόρο.
γ. Μετά την εξέταση του ελεγχόμενου ή εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. προχωρά στην έκδοση πορίσματος, το οποίο αποστέλλει στον πειθαρχικό προϊστάμενο του ελεγχόμενου, για τις δικές του ενέργειες κατά τις οικείες πειθαρχικές διατάξεις.
δ. Το πόρισμα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. πρέπει να προσδιορίζει: α. τα αντικειμενικά ευρήματα της έρευνας, κυρίως αυτά που οδηγούν στην υπαγωγή του συγκεκριμένου περιστατικού σε συγκεκριμένες πράξεις που αναφέρονται στο άρ. 1 του ν. 3938/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το αρ. 56 §1 α-δ του ν. 4443/2016, β. τα υποκειμενικά στοιχεία, δηλαδή την υπαιτιότητα του καταγγελλόμενου, γ. τα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν συλλεχθεί και από τα οποία προκύπτουν τα παραπάνω ευρήματα.
ε. Εάν ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. κρίνει ότι η απόφαση του πειθαρχικού οργάνου αποκλίνει από το διατακτικό του πορίσματος του χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ενεργεί σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 3094/2003, και κοινοποιεί τις απόψεις του στον οικείο Υπουργό για τις δικές του ενέργειες.
στ. Μετά το πέρας της διαδικασίας ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. κοινοποιεί στον καταγγέλλοντα το σχετικό πόρισμα, επί πλέον δε, κατόπιν έγγραφης αίτησης του, εκείνα τα στοιχεία του φακέλου για τα οποία δεν συντρέχει κώλυμα πρόσβασης υπό τους όρους των ν. 2472/1997, 2690/1999 και 3471/2006 ή άλλων ειδικών διατάξεων. Εάν η έρευνα διεξάγεται κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα, ενημερώνεται και του αποστέλλεται το σχετικό πόρισμα.
11. Προώθηση και παρακολούθηση
α) Η καταγγελία προωθείται στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο με εντολή διερεύνησης, με ειδική μνεία της υποχρέωσης του αρ 56 παρ. ν. 4443/2016 να εξεταστεί η υπόθεση κατά προτεραιότητα. Ανάμεσα στα άλλα διερευνάται εάν το πειθαρχικό όργανο έχει ήδη ξεκινήσει πειθαρχική έρευνα για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
β) Η υπόθεση καταχωρείται σε βάση δεδομένων ανά πειθαρχικό όργανο, ώστε να είναι εύκολη η παρακολούθηση. Η Βάση αυτή θα ενημερώνεται για την τήρηση των προθεσμιών που ορίζονται από τις ειδικές διατάξεις κάθε πειθαρχικής διαδικασία και θα έχει δυνατότητα ειδοποίησης (alert). Κατόπιν επικοινωνίας με τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα, ορίζεται κοινώς αποδεκτή διαδικασία που θα καθιστά αποτελεσματική και άμεση την παρακολούθηση της πορείας των υπό έλεγχο υποθέσεων από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.
γ) Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης από το πειθαρχικό όργανο, και πριν από την έκδοση της απόφασης, ο φάκελος της υπόθεσης αποστέλλεται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Εφόσον κριθεί σκόπιμο αναπέμπεται για συμπλήρωση μέσα σε 20 ημέρες από την λήψη του φακέλου (βλ. παραγρ. 8 ν. 4443/2016). Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται υπό τους όρους του άρ. 4 παρ. 2 του ν. 2690/1999.
12. Θέση στο Αρχείο
Με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη τίθενται στο αρχείο
α) Οι απαράδεκτες επώνυμες καταγγελίες, όταν τα πραγματικά περιστατικά που περιγράφονται δεν συνιστούν τις πράξεις που ελέγχει ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Στις περιπτώσεις που τα καταγγελλόμενα μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο της γενικής αρμοδιότητας του Συνηγόρου του Πολίτη, η υπόθεση παραπέμπεται στον κατά θέμα αρμόδιο Κύκλο.
β) Οι ανεπίδεκτες εκτίμησης επώνυμες καταγγελίες, όταν το περιεχόμενο τους είναι ακατάληπτο, εντελώς αόριστο, ελλιπές και ο καταγγελλων δεν προσήλθε να προσκομίσει συμπληρωματικά στοιχεία.
γ) Οι καταγγελίες, στις οποίες η τήρηση της ανωνυμίας, που έχει ζητηθεί από τον πολίτη, καθιστά αδύνατη την συνέχιση της έρευνας. Στην περίπτωση αυτή ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του.
δ) Όλες οι ανώνυμες καταγγελίες, εφόσον δεν κριθεί σκόπιμη η εξέτασή τους με τη διαδικασία της αυτεπάγγελτης έρευνας.
Στις παραπάνω υπό α, β, γ περιπτώσεις, ενημερώνεται ο καταγγέλλων εγγράφως.

IV. – Ολοκλήρωση διαδικασίας
13. Στις καταγγελίες που διενεργείται έλεγχος από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, η παρέμβαση της Αρχής ολοκληρώνεται με την λήψη της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου που εναρμονίζεται με το πόρισμα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. ή αποκλίνει αιτιολογημένα, χωρίς ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. να έχει αναπέμψει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.
Στις καταγγελίες που παραπέμπονται για έλεγχο, η παρέμβαση της Αρχής ολοκληρώνεται με τη λήψη της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου και την παρέλευση 20 ημερών χωρίς ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. να έχει αναπέμψει για συμπλήρωση.
Σε όσες από τις παραπάνω υποθέσεις εισήχθησαν μετά από επώνυμη καταγγελία, αποστέλλεται σχετικό έγγραφο στον καταγγέλλοντα, ο οποίος ενημερώνεται όπως προβλέπεται στην παράγραφο 10στ’ του παρόντος.
14. Εφόσον μετά το πέρας του ελέγχου του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ή μετά την γνωστοποίηση του ελέγχου από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο προκύψουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής για ένα από τα αδικήματα του αρ. 1 του ν. 3938/2001, όπως αντικαταστάθηκε με το άρ. 56 του ν. 4443/2016, η υπόθεση παραπέμπεται στον Εισαγγελέα υπό τους όρους του αρ. 5 παρ. 8δ’ του ν. 3094/2003.

V. Καταδικαστικές αποφάσεις ΕΔΔΑ
15. Οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ σε βάρος της Ελλάδας, με τις οποίες διαπιστώνονται ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης, εισέρχονται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. από τις Διευθύνσεις Προσωπικού των αρμοδίων υπηρεσιών (Σωμάτων Ασφαλείας και Καταστημάτων Κράτησης) και καταχωρούνται στη Βάση Δεδομένων, με την οποία εξασφαλίζεται η δυνατότητα παρακολούθησής τους. Με την καταχώριση στη Βάση Δεδομένων γίνεται μνεία του ακριβούς χρόνου παραγραφής της πράξης, δεδομένου ότι από το χρόνο εισόδου της απόφασης στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. συνεχίζεται η παραγραφή του πειθαρχικού αδικήματος, η οποία είχε διακοπεί από το χρόνο έκδοσης της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου μέχρι την περιέλευση στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. της απόφασης του ΕΔΔΑ.
16. Μέσα σε δέκα ημέρες από την περιέλευση της απόφασης του ΕΔΔΑ, ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α., αποφασίζει:
α) εάν δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης, οπότε γνωστοποιεί το πόρισμά του στη Διεύθυνση Προσωπικού της αρμόδιας υπηρεσίας, για να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο,
β) εάν θα διενεργηθεί οίκοθεν έλεγχος, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3094/2003 και του παρόντος κανονισμού,
ή γ) εάν θα παραπεμφθεί η υπόθεση στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο, οπότε και διατάσσεται νέα έρευνα και συμπλήρωση του πειθαρχικού ελέγχου στο πλαίσιο της απόφασης του ΕΔΔΑ. Στο παραπεμπτικό έγγραφο ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. μπορεί να υποδείξει συγκεκριμένες ανακριτικές πράξεις, που πρέπει να διενεργηθούν, ή στοιχεία που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΔΑ.
17. Ο χειρισμός των παραπάνω υποθέσεων αποτελούν ειδικό κεφάλαιο στην Ετήσια Έκθεση του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

VI. – Ακροτελεύτια διάταξη
18. Όσα ζητήματα της λειτουργίας του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. δεν ρυθμίζονται ειδικά από τον παρόντα Κανονισμό, υπάγονται στις γενικές διατάξεις του Κανονισμού Λειτουργίας του Συνηγόρου του Πολίτη (π.δ. 273/1999) και το ν. 4443/2016.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 8 Ιουνίου 2017
Ο Συνήγορος του Πολίτη
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΤΤΑΚΗΣ